Κυβέρνηση εναντίον ελεύθερης αγοράς – Αντιμετώπιση κρίσεων

Μια ιδιωτική επιχείρηση που βλέπει αύξηση της ζήτησης στα προϊόντα της την καλωσορίζει αυξάνοντας την παραγωγή ώστε να καλύψει τη νέα ζήτηση.
Αντίθετα, μια κυβερνητική μονοπωλιακή επιχείρηση ανταποκρίνεται σε γενικές γραμμές στην κατάσταση αυτή, προειδοποιώντας τους καταναλωτές να αγοράζουν λιγότερο, ώστε να αποφευχθούν οι ελλείψεις αγαθών, και η υποβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών της.
Για παράδειγμα η αυξημένη χρήση των κυβερνητικών δρόμων στις πόλεις οδηγεί συχνά την κυβέρνηση άλλοτε να κάνει έκκληση στους οδηγούς να μην οδηγούν συχνά στο κέντρο της πόλης κι άλλοτε να απαγορευει την κυκλοφορία ολικώς ή μερικώς.
Όταν η κυβέρνηση έχει το μονοπώλιο στην παροχή νερού στους πολίτες και η παροχή νερού δεν επαρκεί και δημιουργείται έλλειψη, ο αποδιοπομπαίος τράγος είναι ο καταναλωτής, η αμαρτία του οποίου είναι να χρησιμοποιεί «πάρα πολύ» νερό.
Παρόμοια είναι η αντίδραση της κυβέρνησης στο πρόβλημα της εγκληματικότητας στα κέντρα των πόλεων. Αντί να προσπαθήσει να παρέχει αποτελεσματική αστυνομική προστασία, η αντίδραση συνήθως είναι να συμβουλεύει ή να αναγκάζει αθώους πολίτες να παραμείνουν εκτός των περιοχών που είναι επιρρεπείς σε εγκλήματα.. Κι αν ένας αθώος πολίτης θέλει να κυκλοφορήσει το βράδυ σε μια τέτοια περιοχή, τότε είναι αυτός κατηγορούμενος επειδή δεν έδωσε σημασία στην έκκληση για μη κυκλοφορία στην περιοχή.
Εν ολίγοις, ενώ το σύνθημα της ελεύθερης αγοράς είναι ότι «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο», το σύνθημα κάθε κυβερνητικής επιχείρησης που δεν καταφέρνει να καλύψει τη ζήτηση είναι ότι «ο πελάτης είναι πάντα φταίχτης».
Μάρεϋ Ρόθμπαρντ – For a new liberty

Ο άτεκνος δούλος – από σελίδα fb οι δούλοι

Καθημερινά ερχόμαστε σε επαφή με πολλών ειδών δούλους. Ένα είδος δούλου όμως, είναι πιο δούλος από όλους του υπόλοιπους. Στην κορυφή της δουλικής πυραμίδας λοιπόν, βρίσκεται·

«ο άτεκνος δούλος»

Δηλαδή εκείνος/η που είτε από επιλογή, είτε από οικονομική η φυσιοανατομικη αδυναμία δεν έχει αποκτήσει παιδιά.
Και ενώ θεωρητικά ο συγκεκριμενος άνθρωπος θα μπορούσε να ζήσει μια άνετη ζωη, χωρις υποχρεωσεις, άγχη, οικογενειακά βάρη-όντας αποκλειστικά υπεύθυνος του εαυτού του, στη πραγματικότητα αποτελεί την πιο δραματική φιγούρα της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.
Ο συγκεκριμένος δούλος, είναι υποχρεωμένος να μεγαλώνει τα παιδιά των άλλων κυριολεκτικά. Χωρίς ο ιδιος να φέρει καμία ευθύνη, για κάποιον λόγο υποχρεούται να συνεισφέρει στη εκπαίδευση των παιδιών των άλλων οι οποίοι-ας μην κοροϊδευόμαστε-λειτουργούν περισσότερο ως χώρος παρκαρίσματος παιδιών, παρά ως εκπαιδευτικό ίδρυμα. Παράλληλα, πρέπει να πληρώνει για εμβολιασμούς, σχολικά γεύματα, μαιευτήρια και βρεφονηπιακούς σταθμούς και τόσα αλλά..
Και όμως η συνεισφορά του/της δεν περιορίζεται στην υγεία και στο παρκάρισμα αλλά επεκτείνεται και στο μεγάλωμα τους, μέσω επιδομάτων. Ειδικότερα, Το επίδομα Α21 χαρίζει 70€ το μήνα, ενώ προσφάτως θα πληρώνει και 2.000€ για κάθε ξένο γ@μ1σι χωρίς προφύλαξη. Επιπλέον, το συγκεκριμένο είδος δούλου τιμωρείται αυστηρά από τα αφεντικά, καθώς δεν δικαιούται καμία φοροελάφρυνση σε αντίθεση με όσους έχουν τεκνοποιήσει, ενώ δεν είναι λίγες οι μέρες που είναι υποχρεωμένος σε πολλές περιπτώσεις να δουλεύει σαν το σκυλί προκειμένου να καλύψει τα κενά αδειών των υπολοίπων (πχ γονεϊκή άδεια, άδεια γεννάς, άδεια λοχείας, άδεια μητρότητας και αν αληθεύουν οι φήμες….15 μέρες άδεια κορωνοιου!)

Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, ο συγκεκριμένος δούλος είναι αποκλεισμένος δια βίου από το φαγοπότι φοροκλοπής καθώς η οποιαδήποτε προκυρηξη μοριοδοτεί τόσο πολύ όσους έχουν τέκνα που ουσιαστικά καθίσταται αδύνατη οποιαδήποτε ελπίδα του να ανέλθει στη βαθμίδα της υποδούλωσης.
Προκειται για το πιο αναλώσιμο γρανάζι της κοινωνίας. Αυτός για τον οποίον δεν θα στεναχωρηθεί κανείς, αλλά αντιθέτως θα εισπράξει στιγματισμό και περιφρόνηση από ολόκληρη την κοινωνία. Είναι ο ορισμός του δούλου!

Περί ρατσισμού – via fb Οι δούλοι

Επειδή βαρέθηκα να ακούω παπ@ριες περί ρατσισμού θα προσπαθήσω να το εξηγήσω το πράμα (όσοι δεν έχουν εγκέφαλο, έχουν κάνει λοβεκτομη, ή είναι θρησκόληπτοι πολιτικά η θρησκευτικά να μην κάνουν το κόπο να το διαβάσουν γιατί δεν πρόκειται να το κατανοήσουν):

Ο ρατσισμός η αλλιώς «κατηγοριοποίηση» ή στερεότυπα είναι ΕΜΦΥΤΑ στα θηλαστικά και στον άνθρωπο (και όχι μόνο), και αποτελεί ένα πολύ σημαντικό αρχέγονο χαρακτηριστικό για την επιβίωση κάθε είδους και κάθε κοινωνίας.
Κατηγοριοποιούμε καθημερινά και συνεχώς τα πάντα -από ανθρώπους, ζώα, πραγματα μέχρι και λέξεις, χρώματα, έννοιες κλπ- και τους αποδίδουμε συγκεκριμένες ιδιότητες (θετικές η αρνητικές) με τα οποία τα συνδέουμε.
Υπάρχει η έμφυτη τάση να αποδίδουμε θετικές ιδιότητες σε άτομα της ίδιας ομάδας και αρνητικές σε άτομα που ανήκουν σε άλλη ομάδα, είτε πρόκειται για φυλή, είτε για ομάδες ποδοσφαίρου. Πρόκειται για το πιο φυσιολογικό πράγμα στη φύση και το κάνουμε ΟΛΟΙ ΑΝΕΞΑΙΡΕΤΩΣ. Χωρίς τον «ρατσισμό» θα ήταν αδύνατο να επιβιώσουμε ως είδος. Αν δεν είμασταν «ρατσιστές» απέναντι στα άγρια ζώα εκείνα θα μας είχαν κατασπαράξει. Αν δεν είμασταν «ρατσιστές» απέναντι στα πολύχρωμα έντομα και φυτά τότε θα πεθαίναμε από δηλητηριάσεις. Αν δεν είμασταν «ρατσιστές» με τις υπόλοιπες ανθρώπινες φυλές η κοινωνικές ομάδες τότε θα μας είχαν κατακτήσει και θα μας είχαν σκοτώσει. Αυτό είναι γεγονός όσο και αν το αρνούνται οι θρησκόληπτοι σοσιαλιστές που οραματίζονται έναν επίγειο παράδεισο όπου άνθρωποι, ζώα και φυτά θα συμβιώνουν αρμονικά.

Και ερχόμαστε στο παρόν και ενώ στη Δύση έχουμε αναγνωρίσει αυτό το ελάττωμα ή προτέρημα (αναλόγως την περίπτωση) και προσπαθούμε να το θέσουμε σε μια λογική βάση, έρχονται οι σοσιαλιστές και προσπαθούν να ισοπεδώσουν τα πάντα. Αρνούνται ότι είναι ρατσιστές ενώ στην πραγματικότητα είναι ρατσιστές χειρίστου επιπέδου! Κατηγοριοποιούν μεταξύ δυο μόνο κατηγοριών· εκείνων που είναι με το μέρος τους στην προσπάθεια επιβολής της σοσιαλιστικής θρησκείας και εκείνων που δεν επιθυμούν κάτι τέτοιο! Για αυτούς, ο εχθρός δεν είναι απλώς ιδεολογικός αντίπαλος, αλλά προκειται για «αιρετικό» που αντιτίθεται στην μοναδική αλήθεια την οποία πιστεύουν ότι κατέχουν και για αυτό το λόγο αξίζει να πεθάνει και να καταστραφεί με κάθε τρόπο. Αρνούνται την ανθρώπινη φύση τους, με τον ίδιο τρόπο που οι θρησκόληπτοι θεωρούν αμαρτία τις ανθρώπινες απολαύσεις (πχ σεξ, φαγητό κλπ).

Υποστηρίζουν ότι δεν είναι ρατσιστές και μας κατηγορούν για αυτό, ενώ στην πραγματικότητα είναι οι χειρότεροι ρατσιστές που έχουν υπάρξει ποτέ. Είναι ρατσιστές απέναντι στον ίδιο τους τον εαυτό, απέναντι στον άνθρωπο και επιθυμούν την καταστροφή του ώστε να επέλθει η ουράνια βασιλεία του σοσιαλισμού! Ακόμα και σε προφανείς κινδύνους, όπως είναι η εξάπλωση του ακραίου Ισλάμ και η επιβολή ενός νέου μεσαίωνα, συνεχίζουν να μάχονται με κάθε τρόπο για τον απώτερο στόχο που δεν είναι άλλος από την καταστροφή του ανθρώπου! Προκειται για θρησκεία και ψυχική διαταραχή και ως τέτοιους πρέπει να τους αντιμετωπίζουμε.

Αν ρατσισμός σημαίνει να αποδέχεσαι την ανθρώπινη φύση σου και να προσπαθείς να την βελτιώσεις, αναγνωρίζοντας τα ελαττώματα της τότε δηλώνω ότι ΝΑΙ ΕΙΜΑΙ ΡΑΤΣΙΣΤΗΣ γιατί πρωτίστως είμαι άνθρωπος και είμαι πολύ περήφανος για αυτό!

Υπήρξα κάποτε υπέρ της ΕΕ. Σχόλιο από Ελπίδα Γιαλλαγη

Υπήρξα κάποτε υπέρ της ΕΕ.
Θεωρούσα ότι η ΕΕ θα «μας βάλει στον σωστό δρομο» μέσω εξαναγκασμού.
Δεν συνέβη όμως.
ΟΥΤΕ δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις έγιναν στο μετρό και στην ένταση που θα έπρεπε,
ΟΥΤΕ είμαστε εκτεθειμένοι στις αγορές ώστε να μας ρίξουν τα χαστούκια που χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα μας άμεσα,
ΟΥΤΕ νόμισμα έχουμε ώστε να το χρησιμοποιήσουμε ως εργαλείο δημοσιονομικής καθαριότητας,
ΟΥΤΕ μπορούμε να υπερασπιστούμε τα συμφέροντα μας και να ασκήσουμε την πολιτική μας. Θυμίζω ότι η Ελλάδα ήταν επί 200 χρόνια προσεκτικά απομονωμένη από το Ισλαμ και είχε πονέσει πολύ γι αυτό με ανταλλαγές πληθυσμών κλπ ενώ τώρα όλα αυτά ανατρέπονται εν μια νυκτί, σε μια πενταετία, επειδή κάποιοι κρυμενοι απο τη δημοκρατικη λογοδοσια μεσα στα καστρα τους στα κεντρα αποφασεων (προτασεων (sic)) στην ΕΕ αποφάσισαν ότι θα φερουν ξενα «χερια» να δουλέψουν και να πληρώσουν φόρους ώστε το «κοινωνικό κρατος» να εκπληρωσει τις υποχρεώσεις του προς τον γηρασκοντα πληθυσμο.
ΟΥΤΕ όμως έχουμε και ασφάλεια από τους Τούρκους όπως βλέπουμε από τις χλιαροτατες αντιδράσεις ΕΕ και ΝΑΤΟ στην Τουρκική επεκτατικότητα.
Γι αυτό πιστευω οτι ειτε η ΕΕ θα αναθεωρηθει προς το πιο φιλελευθερο και προς τη λιγότερη δυνατή «κεντρική διακυβερνηση» και θα επιβιώσει είτε θα διολισθαίνει προς τον αυταρχισμό των «ανεγγιχτων» και των μεγάλων κρατών που δρουν μέσα απ αυτούς και θα διαλυθεί απο τους λαους μεσω αναδειξεως κομματων Brexit, Italexit, Grexit κλπ

Μερικές σκέψεις για την σημερινή παρακμη – Fb Ελπίδα Γιαλλαγη

Οι σοσιαλιστικές κυβερνήσεις της ΕΕ υποσχέθηκαν κοινωνικό κρατος, κοινωνική ασφάλιση και σύνταξη για ολους. Οι πολίτες θα εργάζονται σε μιαν ως επί το πλείστον ελεύθερη αγορά αλλά θα πληρώνουν αρκετα υψηλους φορους ως ασφαλιστρο για τις αναποδιές της ζωής αλλά και για τα γεράματα.
Στην πορεία όμως, θες λιγο απο αυτη την εκχωρηση ευθυνης που ελαφρυνε τις πλατες των ανθρωπων, θες λιγο απο τα αγαθα, τον πλουτο, την ευχέρεια καταναλωσης την οποια εφερε ο καπιταλισμος ως οικονομικό παράγωγο της ελευθερίας, θες λιγο απο άλλους λόγους, προέκυψε η υπογεννητικότητα.
Οι άνθρωποι, αφενός καθυσηχασμενοι ότι τα γεράματα τους είναι εξασφαλισμένα, αφετέρου δε οτι μπροστα τους απλώνονται τα αγαθα και οι υλικες και πνευματικες απολαύσεις του καπιταλισμού ξέχασαν ή απλά έχασαν το νόημα του να κάνεις παιδιά.
Ποιος ο λόγος σήμερα, ποια πρακτική ανάγκη σε ωθεί να κάνεις πολλά παιδιά?
Παλιά τα παιδιά, και μάλιστα τ αγόρια ήταν ο πολλαπλασιαστής της δύναμης της οικογένειας. Όχι μόνο βοηθούσαν στον βιοπορισμό της αλλά αύξαναν την ασφάλεια, τον πλούτο, την δύναμη της οικογένειας μέσα στην κοινωνία. Ειδικά σε περιόδους αστάθειας και κινδύνου.
Σήμερα, στη Δύση τα παιδιά τα κάνει κανεις μόνο για να καλύψει την έμφυτη βιολογική του ανάγκη και για να νιώθει ότι θα έχει κάποια συνέχεια μέσα απ τα παιδιά του μόλις πεθάνει.
Αυτά ομως δεν φτάνουν για να δικαιολογήσουν την τεράστια δαπάνη ενέργειας και χρόνου που χρειάζεται για να τα μεγαλώσεις, ειδικά σήμερα που θεωρούμε πως πετύχαμε ως γονείς εαν αφήσουμε τα παιδιά μας σε μια καλύτερη κατάσταση από εκείνη που μας άφησαν οι γονείς μας.
Έτσι τα παιδιά έγιναν δυο ή εστω ένα παιδί ή ακόμα και κάποιοι έφτασαν να τα βλεπουν σαν βάρος.
Δεν χρηματοδοτείται όμως το κοινωνικό κρατος με έναν γηρασκοντα πληθυσμό.
Ούτε θέλει κανείς συνταξιουχος ή ασφαλισμενος να δεχτει να χασει την συνταξη του και ουτε φυσικα καποιος πολιτικος να παραδεχτεί ότι το κοινωνικό κρατος απέτυχε και παράγει ανωμαλία.
Έτσι, τεχνοκρατικα, βρέθηκε η λύση της εισαγωγής νέου αιματος. Από που όμως?
Μα από εκεί όπου υπάρχει άφθονο. Από υπανάπτυκτες και ανασφαλείς χώρες και από χώρες στις οποίες η γυναίκα θεωρείται μόνο μια μηχανή παραγωγής παιδιών. Το Ισλαμ προσφέρεται για το ρόλο αυτό. Γιατί όχι άλλωστε? Με την αριθμητική του δύναμη και με το σπαθί κατέκτησε και υποδουλωσε για μιάμιση χιλιετία ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη. Αυτό κάνει, αυτό απαιτεί ο Αλλάχ, αυτό είναι και το όνομα της θρησκείας του. ΥΠΟΤΑΓΗ.
Και με τον συνδυασμό αυτών των παραγόντων φτάσαμε σε αυτό που οι περισσότεροι στην Ελλάδα αποκαλουμε «λαθροεισβολη».
Γι αυτό το λόγο τους προσκαλούν και τους χρηματοδοτουν αντίθετα στο κοινό αίσθημα και τους χρηματοδοτούν με τα χρηματα μας οι κυβερνήσεις μας.
Αυτοί έρχονται για τον δικό τους κυριως λογο. Το χρήμα μας το βλέπουν ως την κορανικη τζιγια ή χαράτσι ή φόρο υποτέλειας ενός πολιτισμού που πεθαίνει.
Ερχονται για το χρήμα, κάποιοι λίγοι για την ελευθερία, αλλά ίσως οι πιο πολλοί έρχονται για να κατακτήσουν, να ακολουθήσουν τις προσταγές του Αλλάχ και να υποταξουν κι άλλους στην δική τους υποταγη.

Εδώ στην Ελλάδα τώρα.
Πώς το βλέπουμε εμείς?
Οι νησιώτες ενοχλούνται αλλά όχι και πολύ.
Μπαίνουν χρήματα στα νησιά, ενοίκια, δαπάνες διαβίωσης, ΜΚΟ, επιχορηγήσεις σε δήμους, όλα με τα χρηματα των φόρων μας.
Θέλουν να μην μαζεύονται πολλοί, να τους διωχνουν κι ας έρχονται στην ενδοχώρα.
Στην ενδοχώρα οι λαθρο, μοιραζουν σε νοικια τους φόρους των Γερμανών (επιχορ ενοικίων στον ΟΗΕ από Γερμανια) και τρώνε και γυριζουν ολη μερα με τους φόρους των Ελλήνων (που δεν μπορουν να σηκωσουν κεφαλι απο την φορολογια) σε επιδόματα.
Οι δε Ελληνες πολιτικάντηδες, όλη αυτη την άδικη, αυταρχικη και καταστροφική λεηλασία μας την πλασαρουν ως «αναπτυξη».
Εμεις βλέπουμε το χρήμα αυτό μαζί με κείνο της πώλησης περιουσιακών στοιχείων σε ξένους επενδυτές real estate (κινέζους κλπ) και λέμε «ρε συ κάτι κάνει αυτός ο Μητσοτακης τελικα».
Και όλοι μαζί περιμένουμε που θα καταλήξουν οι διαπραγματεύσεις και κοκορομαχίες με τον κόκορα εξ ανατολων για την εξορυξη του φυσικού αερίου, την χρηματοδότηση του κτήνους (κράτος και εξαρτωμενοι) και την ανεμπόδιστη κατάληξη της χώρας σε Βενεζουέλα της Βαλκανικής αρκετά πριν γίνει Λίβανος σε μερικές δεκαετίες και πριν γίνει Ιράν σε περισσότερες.
Κάπως έτσι.

Μια μη ορθοπολιτική άποψη για το προσφυγικό – fb Ελπιδα Γιαλλαγη

Όποιος έχει μάτια ας δει, ας διαβάσει, ας σκεφτεί πίσω από τη θύελλα της προπαγάνδας και του αποπροσανατολισμου.

Ο υβριδικός πόλεμος είναι εδώ.
Ειναι ομως ενας πολεμος μεταξύ των κυβερνήσεων των χωρών της ΕΕ και των πολιτών των χωρών αυτών.
Η Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσκαλούν όλης της γης τους τυχοδιώκτες με τα χρηματα που αρπάζουν μέσω φόρων από τους παραγωγικούς πολίτες τους. Αυτό ειναι το δόλωμα, το καλεσμα για τον βίαιο εποικισμό της Δύσης.
Για δυο λογους δρουν ετσι οι κυβερνησεις μας.

  1. Για να μπορέσουν να συνεχίσουν να παρέχουν τα σοσιαλιστικής εμπνευσεως «κοινωνικό κρατος» και την «κοινωνική ασφάλιση- συνταξη» που υποσχεθηκαν χωρίς να διαταραχθεί η τάξη των πραγμάτων και
  2. Να εδραιώσουν την εξουσία τους, την εξουσία δηλαδη που ασκεί η πολιτική τάξη στις σοσιαλιστικές ευρωπαϊκές χώρες. Εξουσια που θα έπαυαν να είχαν εάν παραδέχονταν ότι το κοινωνικό κρατος πατερούλης απέτυχε παταγωδώς και παράγει τέρατα όπως πχ την ίδια την αιτία του προβλήματος της πτώχευσης του κοινωνικού κρατους που δεν είναι άλλη από την υπογεννητικότητα.
    Ενδέχεται μάλιστα, κάποιοι βαθιά διεφθαρμένοι κύκλοι της πολιτικής εξουσίας, να βλέπουν με καλό μάτι τον εποικισμό της Ευρώπης με ανθρώπους γαλουχημενους σε ολοκληρωτικα θεοκρατικα καθεστώτα προκειμένου με την συνδρομη τους να ολοκληρώσουν και να σφραγίσουν την απόλυτη και μονιμη πια εξουσία τους πάνω στις μάζες.
    Όταν έρθει η ώρα, η πολιτική τάξη με εξαιρετικη χαρα θα αναφωνησει «λα ιλαχ ιλλα Αλλαχ» (Δεν υπάρχει Θεός εκτός από τον Αλλαχ) και θα μεταπηδήσει από την δημοκρατία στον ολοκληρωτισμό. Ήδη σε πολλές χώρες, οπως στις ΗΠΑ με τους δημοκρατικούς, στο ΗΒ με τους εργατικούς, στην Ελλάδα με τον ΣΥΡΙΖΑ και την ευρύτερη αριστερα, τα αριστερά κόμματα αγκαλιάζουν το Ισλαμ, συγχωρούν, αποσιωπούν και κυνηγούν με μανία όσους διαμαρτύρονται για τα εγκλήματα του και το προσκαλούν να κατακτήσει δια των γεννησεων και της τρομοκρατιας τις πατρίδες τους.
    «Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού» μας λένε και τι πιο σημαντικό από την επιβίωση?
    «Πανω απ όλα το κόμμα, πάνω απ όλα εμείς που το στελεχώνουμε και η εξουσια που ασκουμε»
    Μην απορείτε.
    Η επαναστατική γυμναστική κατατρομοκράτησης του πληθυσμου ωστε αυτος να ζητησει ακομα περισοτερη διευρυνση του κρατους έχει ήδη αρχίσει εδώ και πολλά χρόνια. Από την κλιματολογικη τρομοκρατία που προπαγανδιζεται μέχρι και στα σχολεία, στην επιδημιολογική τρομοκρατία με νέους υιούς κάθε χρονο (πουλερικών, κοξακι, Η1Ν1, κορωνοιος φέτος και κάτι άλλο του χρονου) ΟΛΑ φωνάζουν στο κράτος να επέμβει. Να δράσει να σωθεί η κατάσταση και φυσικά να περιορίσει, να ελέγξει, να φορολογήσει και να ελέγξει και να αρπαξει ακόμα περισσότερο από το 70% του κόπου, δηλαδη του χρονου ζωης των πολιτων του.
    Ένα κράτος που όλο και περισσότερο δρα ανεξέλεγκτα και δεν δίνει λογαριασμό για το κοινό αίσθημα και τις προτεραιότητες των πολιτών που υποτίθεται υπηρετεί αλλά τελικά το υπηρετούν.
    Ο Υβριδικός πόλεμος είναι εδω και είναι κατά της ελευθερίας ΜΑΣ.

Σήμερα στην Ελλάδα.

  1. Η κυβέρνηση έχει ψηφίσει νόμο που δίνει καθεστώς πρόσφυγα ΣΕ ΟΠΟΙΟΝ δηλώσει πρόσφυγας. «Ήταν Οδηγία της ΕΕ» μας λέει.
  2. Έχει ψηφίσει νόμο που δίνει τον φορο μας ως επιδομα μέχρι του ποσού των 1500 ευρώ (ένας πολύ καλός μισθος) σε πρόσφυγες μέχρι 25 ετών «Ήταν υποχρέωση του κοινωνικού κρατους» μας λεει.
  3. Και τώρα στέλνει ταχα στρατό και λιμενικό ταχα να «εμποδισει» τα στίφη νέων τυχοδιωκτών που περιμένει να αρπάξουν το δόλωμα.
    Και τι μας λέει?
    Φταίει η Τουρκία, η αποικιοκρατία, ο πόλεμος, η κλιματική αλλαγή.

Χρειάζεστε κι αλλες αποδείξεις ότι η κυβέρνηση της ΝΔ δεν είναι παρά μια συνέχεια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που δεν ήταν παρά η συνέχεια της πολιτικής που ασκείται σε όλη την Ευρώπη?
Πόσο πιο ξεκαθαρα να γίνουν τα πράγματα?

Από τη σελίδα Facebook του χρήστη Ελπίδα Γιαλλαγη. https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=799615717226436&id=100015340447339

Για τα πάντα φταίει το κράτος

Για τους χιλιάδες πρόσφυγες στα σύνορα που θέλουν να μπουκαρουν φταίει το κράτος που με την επιδοματική του πολιτική τους καλεί να κάνουν ζωαρα εις βάρος των γηγενών φορολογουμένων.
Για την υψηλή ανεργία που φτωχοποιει την κοινωνία και διώχνει τους νέους από τη χώρα φταίει το κράτος που έχει βάλει τον βασικό μισθό στον Θεό (σε σχέση με τους γειτονικές χώρες) και κάνει μπουλινγκ σε όποιον επιχειρηματία θέλει να προσλάβει με φθηνότερα μεροκάματα.
Για την ελλειψη ξένων επενδύσεων που κρατά τη χώρα υπανάπτυκτη φταίει το κράτος που με τη δαιδαλώδη νομοθεσία και γραφειοκρατία του παρενοχλεί όποιον επιχειρηματια θέλει να στήσει στην Ελλάδα βιομηχανία.
Για το πάγωμα της οικοδομικής δραστηριότητας που έχει κλείσει χιλιάδες επιχειρήσεις φταίει το κράτος που με το ΕΝΦΙΑ την παράλογη πολεοδομική νομοθεσία και την διάσωση καλοπληρωτών έχει κάνει το χτίσιμο ασύμφορο και την τραπεζική πίστη ανύπαρκτη.
Για την υπογεννητικότητα και τα απανωτά ρεκορ εκτρώσεων φταιει το κράτος που στερεί από τον Έλληνα εργαζόμενο το μεγαλύτερο μέρος από το εισόδημα μέσω εισφορών και φόρων και αναγκάζει τη γυναίκα να βγει από το σπίτι να τον βοηθησει να πληρώσει τα χαράτσια θυσιάζοντας τη δημιουργία οικογένειας.
Δεν υπάρχει τομέας της οικονομίας και κοινωνικός κλάδος που να βρίσκεται σε κρίση και να μην έχει βάλει το χέρι του το κράτος. Και δεν υπάρχει τομέας που το κράτος να τα έχει κάνει σκατά και να μην μπορεί να τον επαναφέρει σε τάξη η αγορά.

Ελεύθερη κοινωνία – Διαιτησία διαφορών

Σε κάθε συναλλαγή υπάρχει πιθανότητα να προκύψουν διαφωνίες. Ακόμα και όταν δεν υπάρχει βία μεταξύ δύο συναλλασσόμενων ατόμων μπορούν αυτοί να διαφωνήσουν για θέματα όπως οι όροι και η εκπλήρωση μιας σύμβασης. Μια διαφορά μεταξύ τους μπορεί να φθάσει σε ένα σημείο όπου δεν μπορεί να επιλυθεί χωρίς δεσμευτική διαιτησία από ένα τρίτο ανεξάρτητο οργανισμό. Σε μια κοινωνία χωρίς κανένα μηχανισμό διαιτησίας οι διαφορές θα μπορούσαν να επιλυθούν μόνο με βία και σύντομα αυτή η κοινωνία θα κατέληγε σε διαμάχες που θα οδηγούσαν σε κοινωνική αποσύνθεση αφού οι συναλλαγές θα γινόταν περιορισμένες και ασύμφορες.

Οι υποστηρικτές της «περιορισμένης κυβέρνησης» ισχυρίζονται ότι μια κυβέρνηση είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της κοινωνικής τάξης, διότι οι διαφορές δεν θα μπορούσαν να επιλυθούν ικανοποιητικά χωρίς ένα ενιαίο, τελικό δικαστήριο προσφυγής για όλους και χωρίς την ισχύ νομικών κανόνων του με τους οποίους θα αναγκάζει τον καθένα να το χρησιμοποιήσει και να αποδεχτεί την απόφασή του. Επίσης πιστεύουν ότι οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και οι δικαστές είναι πιο αμερόληπτοι από όλους τους άλλους ανθρώπους επειδή λειτουργούν «εκτός αγοράς» και επομένως δεν έχουν κανένα συμφέρον να μεροληπτο6ν στις αποφάσεις τους.

Στην πραγματικότητα όμως οι διαφωνούντες θα ήταν σε πολύ καλύτερη θέση αν μπορούσαν να επιλέξουν μεταξύ ανταγωνιστικών εταιρειών διαιτησίας και να αποκομίσουν τα οφέλη του ανταγωνισμού και της εξειδίκευσης, πλεονεκτήματα που μπορεί να παράσχει μόνο ο καταμερισμός εργασίας του συστήματος της ελεύθερης αγοράς. Όπως κάθε μονοπώλιο έτσι και ένα μονοπωλιακό δικαστικό σύστημα δεν μπορεί να προσφέρει τόσο καλής ποιότητας υπηρεσίες όσο οι υπηρεσίες διαιτησίας της ελεύθερης αγοράς που πρέπει να ανταγωνίζονται για τους πελάτες τους. Η πληθώρα διαιτητικών εταιρειών θα διευκολυνε την εξειδίκευση και οι άνθρωποι με διαφωνία σε κάποιο εξειδικευμένο τομέα θα μπορούσαν να προσλαβουν εμπειρογνώμονες να διαιτητευσουν την υπόθεση τους από αυτόν τον συγκεκριμένο τομέα αντί να υποχρεώνονται να δεχθούν την κρίση ανθρώπων που δεν έχουν εμπειρία στο θέμα αυτό.

Είναι αλήθεια ότι η διαιτησία δεν θα είχε νόημα εάν ένας ή και οι δύο διαφωνούντες μπορούσαν να αγνοήσουν την απόφαση του διαιτητή. Από αυτό όμως δεν προκύπτει ότι ένα καταναγκαστικό θεσμικό όργανο είναι απαραίτητο για να εξαναγκάσει τους διαμεσολαβητές να αντιμετωπίσουν τη διαιτησία του ως δεσμευτική. Το ατομικό συμφέρον του καθενός σε μια ελεύθερη αγορά διαιτησίας, θα επιτύγχανε αρκετά αποτελεσματικά αυτό το σκοπό. Οι άνθρωποι που θα αρνούνταν να συμμορφωθούν με την απόφαση ενός ουδέτερου διαιτητή και στη συνέχεια παραβίαζαν τις συμβάσεις τους θα θεωρούνταν προφανώς αναξιόπιστοι και πολύ επικίνδυνοι για συναλλαγές. Οι τίμιοι άνθρωποι θα απέφευγαν να έχουν σχέσεις με τέτοιους απατεώνες και θα είχαν άμεσο συμφέρον να διακόψουν οποιαδήποτε συναλλαγή μαζί τους. Θα ήταν παράλογο να πει κανείς ότι πρέπει να θεσμοθετηθεί επιθετική βία από κάποια κυβέρνηση προκειμένου να αντιμετωπιστεί η επιθετική βία κάποιων απατεώνων!

Ένα άλλο επιχείρημα υπέρ της διαιτησίας των διαφορών από την κυβέρνηση, λέει ότι οι κυβερνητικοί δικαστές είναι πιο αμερόληπτοι επειδή λειτουργούν εκτός της αγοράς και έτσι δεν έχουν κεκτημένα συμφέροντα. Κατ αρχήν, είναι αδύνατο για οποιονδήποτε άνθρωπο, εκτός από έναν ερημίτη, να λειτουργεί εντελώς έξω από την αγορά. Η αγορά είναι απλώς ένα δίκτυο εμπορικών συναλλαγών, και οι δικαστές εμπορεύονται καθημερινά με άλλους ανθρώπους για να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο. Εξάλλου, η πολιτική υπακοή στην κυβέρνηση δεν αποτελεί εγγύηση αμεροληψίας! Ένας κυβερνητικός δικαστής είναι πάντα υποχρεωμένος να είναι μεροληπτικός υπέρ της κυβέρνησης, από την οποία αμοίβεται και αντλεί την εξουσια του! Από την άλλη πλευρά, ένας διαιτητής που πωλεί τις υπηρεσίες του σε μια ελεύθερη αγορά γνωρίζει ότι πρέπει να είναι ειλικρινής, δίκαιος και αμερόληπτος, διαφορετικά κανένα ζεύγος διαφωνούντων δεν θα τον επιλέξει για να διαιτητεύσει την υπόθεση τους. Η επιβίωση ενός διαιτητή στην ελεύθερη αγορά εξαρτάται από τη συνέπεια του, την ικανότητα του και την αμεροληψία του όσον αφορά τη διευθέτηση των διαφορών. Ένας κυβερνητικός δικαστής από την άλλη εξαρτάται όχι τόσο από την φήμη του στην διαιτησία διαφόρων όσο από τις πολιτικές του διασυνδέσεις.

Εκτός των περιπτώσεων επιθετικής βίας και εξαπάτησης (που θα μελετηθούν σε άλλο κεφάλαιο) υπάρχουν δύο κύριες κατηγορίες διαφορών μεταξύ διαδίκων – διαφορές που προκύπτουν για μια σύμβαση μεταξύ των διαδίκων (διαφωνίες ως προς τη σημασία και την εφαρμογή μιας σύμβασης ή ισχυρισμοί περί εσκεμμένης αμελείας, παραβίασης της σύμβασης) και διαφορές στις οποίες δεν υπήρχε προηγουμένως συμβολαιο μεταξύ των διαδίκων.

Μια ελεύθερη εκβιομηχανισμενη κοινωνία είναι μια κοινωνία όπου οι ιδιωτικές συμβάσεις αποτελούν βασικό μέρος των δραστηριοτήτων κάθε επιχείρησης και αυτό θα δημιουργούσε αυτόματα μια αγορά από επαγγελματικούς οργανισμούς διαιτησίας.

Σε μια ελεύθερη κοινωνία δύο άτομα που θα είχαν μια συμβατική διαφορά και δεν ήταν σε θέση να την επιλύσουν μεταξύ τους θα ανέθεταν το πρόβλημα τους σε μια εταιρεία διαιτησίας που θα όριζαν συνήθως κατά τον χρόνο σύνταξης της σύμβασης τους. Αυτή η υπηρεσία θα διαιτήτευε οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ τους και αυτοί θα δεσμευόταν να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις της. Κάθε εταιρεία διαιτησίας θα φρόντιζε τα εμπλεκόμενα μέρη να συναινούν στις αποφάσεις της, έτσι ώστε κανένας από αυτούς να μην ασκήσει αργότερα κάποια ενέργεια εναντίον της, εάν δεν είναι ικανοποιημένος με τις αποφάσεις της.

Αν τα συμβαλλόμενα μέρη θεωρούσαν ότι μπορεί να χρειαστεί περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης και ήταν διατεθειμένα να χρεωθούν παραπάνω, θα μπορούσαν να ορισουν περισσότερες εταιρείες διαιτησίας κατά τη διάρκεια της σύμβασης τους. Οι εταιρείες διαιτησίας θα μπορούσαν να παρέχουν πρότυπα συμβάσεων που να ορίζουν στη σύμβαση τους ότι κάθε συμβαλλόμενο μέρος θα επέλεγε τη δική της υπηρεσία διαιτησίας. Δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις διαιτησίας θα έπρεπε να ανταγωνίζονται μεταξυ τους σε τιμές και ποιότητα υπηρεσιών, ο ανταγωνισμός μεταξύ τους θα τις οδηγούσε να λαμβάνουν όσο το δυνατόν πιο δίκαιες αποφάσεις με τη μεγαλύτερη ταχύτητα και το μικρότερο κόστος σε αντίθεση με το κυβερνητικό δικαστικό σύστημα, όπου η εκδίκαση υποθέσεων αργοπορεί και η δικαστική απόφαση είναι συχνά θέμα χειρισμού δικηγόρων ή θέμα τύχης.

Οι εταιρείες διαιτησίας θα επέλεγαν επαγγελματίες διαιτητές με εμπειρία πάνω στην επίλυση διαφορών και καταρτισμένους σε τομείς που επρόκειτο να προσφέρουν υπηρεσίες τους προκειμένου να είναι όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικοί. Ένας επαγγελματίας διαιτητής που θα επιχειρούσε να δωροδοκηθεί για μια υπόθεση θα μπορούσε εύκολα να εντοπιστεί από τους εκπαιδευμένους και έμπειρους συναδέλφους του και θα ήταν ανόητο να θέσει σε κίνδυνο τη καριέρα του ακόμη και για ένα μεγάλο χρηματικό ποσό.

Oι κερδοσκοπικές εταιρίες διαιτησίας θα έπρεπε να προσελκύουν πελάτες για να αποκομίσουν κέρδη. Αυτό σημαίνει ότι θα είχαν συμφέρον να εξυπηρετήσουν όσους διαδίκους προσέρχονταν σε αυτές με ευγένεια και συνέπεια κι όχι να παίρνουν την αυταρχική στάση του κυβερνητικού δικαστή εκδίδοντας αυθαίρετες αποφάσεις. Οι εταιρίες διαιτησίας θα κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια για να βρουν μια λύση η οποία θα ήταν, όσο το δυνατόν περισσότερο, ικανοποιητική και για τα δύο συγκρουόμενα μέρη. Επειδή οι εταιρίες διαιτησίας θα αποκτούσαν τους πελάτες τους μεσω της φήμης τους και όχι μέσω εξαναγκασμού, θα έπρεπε να ενεργούν σαν διαιτητές που συμβάλλουν στην πραγματική επίλυση διαφορών και όχι σαν δικαστές που εκδίδουν ποινές.

Οι ασφαλιστικές εταιρείες θα προσέφεραν στους πελάτες τους ασφαλιστική κάλυψη συμβολαίων και τα περισσότερα άτομα και επιχειρήσεις πιθανότατα θα επωφελούνταν και θα αγόραζαν τετοιες υπηρεσίες. Πριν μια ασφαλιστική εταιρεία αποζημιώσει τον ασφαλισμένο σε περίπτωση παραβίασης των όρων ενός συμβολαιου, η διαφορά θα έπρεπε να υποβληθεί σε διαιτησία, όπως θα προβλεποταν και στη σύμβαση. Για το λόγο αυτό, θα υπήρχε στενή σχέση μεταξύ εταιρειών ασφάλισης και διαιτησίας. Ορισμένες υπηρεσίες διαιτησίας πιθανότατα θα αναπτύσσονταν ως επικουρικές λειτουργίες ασφαλιστικών εταιρειών, ενώ άλλες θα προέκυπταν ως ανεξάρτητες επιχειρήσεις.

Όταν μια σύμβαση παραβιάζοταν εσκεμμένα ή από αμέλεια, η διαιτητική αρχή θα οριζε ότι ο συμβαλλόμενος που τη παραβίασε οφείλει ένα πόσο σε αυτόν που ζημίωσε. Εάν ο παραβάτης ενός συμβολαίου δεν ήταν σε θέση να αποζημιώσει άμεσα τον ζημιωθεντα ,θα τον αποζημίωνε η ασφαλιστική εταιρεία και αυτή θα είχε στη συνέχεια το δικαίωμα να εισπράξει τις αποζημιώσεις αντ’ αυτού ενώ άν ο ζημιωθεντας δεν είχε ασφάλιση θα έπρεπε να περιμένει μέχρις ότου ο παραβάτης τον αποζημιώσει.

Επειδή οι παραβάτες των συμβάσεων θα αναλάμβαναν τα κόστη που προκαλούσε η ανάρμοστη συμπεριφορά τους, οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν θα είχαν μεγάλες ζημίες από ασφαλιστικές απαιτήσεις όπως συμβαίνει σήμερα με τις απαιτήσεις πυρκαγιών ή τροχαίων κι επομένως θα είχαν τη δυνατότητα να χρεώνουν χαμηλά ασφάλιστρα για τα ασφαλιστικά τους συμβόλαια. Το χαμηλό κόστος θα καθιστούσε τετοιου είδους ασφαλιστικά συμβόλαια τον κανόνα για τις περισσότερες συμβάσεις. Ο ηθικός νόμος που θα ίσχυε σε κάθε σύμβαση σε μια ελεύθερη κοινωνία θα έλεγε ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να αποκομίσει την ανταμοιβή ή να υποστεί τις συνέπειες των δικών του ενεργειών.

Εάν ένας παραβάτης αρνείτο να καταβάλει την αποπληρωμή του χρέους του, η ασφαλιστική εταιρεία θα είχε το δικαίωμα να προβεί σε οποιαδήποτε διαδικασία με την οποία θα μπορούσε να το εισπράξει από άλλα άτομα ή εταιρείες που θα είχαν χρηματοοικονομικές συναλλαγές μαζί του, προκειμένου να επιταχυνθεί η είσπραξη του χρέους. Για παράδειγμα, η ασφαλιστική εταιρεία θα μπορούσε να κανονίσει με την τράπεζα του να κατασχέσει ένα μέρος του τραπεζικού λογαριασμού του, υπό την προϋπόθεση ότι η τράπεζα ήταν πρόθυμη να προβεί σε τέτοια ρύθμιση. Στην περίπτωση ενός μισθωτού, η ασφαλιστική εταιρεία θα μπορούσε να κανονίσει με τον εργοδότη του να αφαιρέσει τις πληρωμές για το χρέος από τους μισθούς του αν ο εργοδότης ήταν πρόθυμος. Πρακτικά, οι περισσότερες τράπεζες θα είχαν ασφαλώς πολιτική συνεργασίας με τις ασφαλιστικές εταιρείες σε τέτοια θέματα, καθώς η πολιτική προστασίας των τραπεζικών λογαριασμών καλοπληρωτών θα οδηγούσε σε προσέλκυση κακών πελατών αυξάνοντας έτσι το κόστος λειτουργίας και αναγκάζοντας την τράπεζα να αυξήσει τις χρεώσεις της. Το ίδιο θα ίσχυε και για τους εργοδότες. Κανένας λογικός εργοδότης δεν θα ήθελε να απασχολεί εργαζόμενους, οι οποίοι δεν θα ήθελαν να αποζημιώσουν τριτους από δίκαιες αξιώσεις εναντίον τους.

Τέτοια δραστικά μέσα συλλογής αποζημιώσεων όμως σπάνια θα ήταν απαραίτητα. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο οφειλέτης θα προέβαινε σε αποζημίωση των ανθρώπων που έβλαψε οικειοθελώς, διότι αν δεν το έκανε, θα δυσφημιζονταν. Ένας άνθρωπος που αρνήθηκε να πληρώσει τα χρέη του θα αποτελούσε επιχειρηματικό κίνδυνο για κάθε συνεργάτη του. Οι ασφαλιστικές εταιρείες θα είχαν οφέλος να διατηρούν από κοινου μαύρη λίστα με όλους τους αντιρρησίες οφειλέτες και θα αρνούνταν να του παρέχουν οποιαδήποτε ασφαλιστική κάλυψη. Έτσι, εάν ο παραβάτης μιας σύμβασης αρνούνταν να αποζημιώσει αυτός που έβλαψε, θα έβρισκε όλες τις ασφαλιστικές εταιρείες απροθυμες να συνεργαστούν μαζί του μελλοντικά. Σε μια ελεύθερη κοινωνία, τα μέλη της οποίας εξαρτώνται από την ασφαλιστική βιομηχανία για την προστασία των αξιών τους από όλους τους τύπους απειλών (φωτιά, ατύχημα, επιθετική βία, κ.λπ.) ένας άνθρωπος χωρίς ασφάλιση θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να επιβιώσει αφού δεν θα ήταν σε θέση να αγοράσει καμία προστασία για τις αξίες του, ούτε θα μπορούσε να συνάψει οποιαδήποτε σημαντική σύμβαση. Επιπλέον, άλλες επιχειρήσεις θα είχαν συμφέρον να ελέγξουν τις πληροφορίες του στο κεντρικό μητρώο των ασφαλιστικών εταιρειών, (όπως ελέγχουν σήμερα οι τράπεζες την πιστοληπτική ικανότητα ενός υποψηφίου υποψηφίου δανειστή) και επομένως η κακή του φήμη θα τον απέκλειε από την αγορά σε ένα σωρό συναλλαγές. Εάν η αθέτησή του ήταν αρκετά σοβαρή, κανείς δεν θα ήθελε να διακινδυνεύσει να συνεργαστεί μαζί του, θα έχανε τη δουλειά του και θα δυσκολευόνταν να ζήσει αξιοπρεπώς. Ακόμη και ο πλουσιότερος και ισχυρότερος άνθρωπος θα το έβλεπε καταστροφικό για τα συμφέροντά του το ενδεχόμενο να παραβιάζει εσκεμμένα τα συμβόλαια του. Σε μια ελεύθερη κοινωνία, οι άνθρωποι σύντομα θα ανακάλυπταν ότι η ειλικρίνεια είναι μια συμφέρουσα ηθική αναγκαιότητα!

Θα υποστηριχθεί από τους κρατιστές ότι το σύστημα ελεύθερης αγοράς στις ασφαλιστικές συμβασεις θα άφηνε αβοήθητα τα άτομα στο έλεος της απληστίας τεράστιων και αδίστακτων ασφαλιστικών εταιρειών. Ένα τέτοιο επιχείρημα, ωστόσο, δείχνει μόνο την άγνοια των κρατιστών για τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς. Οι ασφαλιστικές εταιρείες θα αναγκάζονταν να είναι σχολαστικές σε όλες τις συναλλαγές τους από τις ίδιες δυνάμεις που κρατούν όλες τις επιχειρήσεις σε μια ελεύθερη αγορά έντιμές, τον ανταγωνισμό για την απόκτηση καλής φήμης. Κάθε ασφαλιστική εταιρεία που δεν υπερασπίστηκε τα δίκαια συμφέροντα των ασφαλισμένων της θα έχανε σύντομα τους πελάτες της απο άλλες, πιο αξιόπιστες επιχειρήσεις. Κανείς δεν θα ήθελε να διακινδυνεύσει να πληρώνει μιας κακή ασφαλιστική εταιρεία. Ο επιχειρηματικός εξοστρακισμός θα λειτουργούσε κατά των ανέντιμων ασφαλιστικών εταιρειών, όπως ακριβώς θα λειτουργούσε και με ανέντιμα άτομα. Ο ελεύθερος ανταγωνισμός, καθώς και η εγρήγορση των ειδησεογραφικών μέσων που θα αναζητούσαν συνεχώς σκάνδαλα για να κερδίσουν ακροαματικότητα θα δυσφημιζαν την κάθε κακή ασφαλιστική εταιρεία και σύντομα θα την οδηγούσαν στην απώλεια κερδών ή και τη χρεοκοπία.

Οι εξωσυμβατικές διαφορές, θα ήταν πολύ σπανιότερες από τις συμβατικές διαφορές σε μια ελεύθερη κοινωνία. Παραδείγματα τέτοιων διαφορών θα ήταν πχ η διαφωνία για ένα οικόπεδο ή η άρνηση ενός ασθενούς να πληρώσει για την επείγουσα ιατρική περίθαλψη που του είχε χορηγηθεί – με το σκεπτικό ότι δεν είχε εγκρίνει το συγκεκριμένο είδος περίθαλψης. Οι εξωσυμβατικές διενέξεις συνήθως δεν θα περιλαμβαναν ασφάλιση, αλλά θα υποβάλονταν σε διαιτησία με τον ίδιο τρόπο όπως και οι συμβατικές διαφορές.

Σε μια εξωσυμβατική διαφορά, θα έπρεπε επίσης οι διαφωνούντες να συμφωνήσουν σχετικά με το γραφείο διαιτησίας που θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν και θα έπρεπε να δεσμευτούν εγγράφως ότι θα συμμορφωθούν με την απόφασή του. Θά ήταν ασυμφορο κάποιος από αυτούς να αρνούνταν να υποβληθεί στην επίλυση των διαφορών που έχει με άλλους αφού έτσι θα έβλαπτε την φήμη του.
Όπως συμβαίνει και στην περίπτωση των συμβατικών διαφορών, η κίνδυνος δυσφήμισης θα ήταν συνήθως αρκετός για να υποβληθεί κάθε διαφορά σε διαιτησία. Εάν ένας κατηγορούμενος ήταν πραγματικά αθώος, θα ήταν ανόητο να αρνηθεί να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία της αθωότητάς του σε αντιπροσώπους του γραφείου διαιτησίας και να υπερασπιστεί τον εαυτό του σε ακροαματική διαδικασία γιατί μόνο αποδεικνύοντας ότι είναι αθώος θα μπορούσε να προστατεύσει τη φήμη του και να αποφύγει να επιβαρυνθεί με ένα χρέος που δεν αξίζει να πληρώσει. Επίσης, αν μπορούσε να αποδείξει ότι είχε κατηγορηθεί ψευδώς, θα είχε μεγάλη πιθανότητα να εισπράξει αποζημίωση από τον κατηγορούμενο του. Αν, ωστόσο, ο κατηγορούμενος ήταν ένοχος, θα μπορούσε να αρνηθεί τη διαιτησία, επειδή θα φοβόταν ότι θα καταδικαζόταν. Εάν ο κατηγορούμενος αρνούνταν την διαιτητική επίλυση της διαφοράς του, αυτός που ζημιώθηκε θα μπορούσε να τον αντιμετωπίσει όπως θα αντιμετώπιζε έναν ληστή του και να αναθέσει σε μια εταιρεία αποζημίωσης να αποσπάσει το ποσό που η εταιρεία διαιτησίας αποφασισε ότι μπορεί να αποσπάσει από αυτόν.

Όπως συμβαίνει με κάθε υπηρεσία έτσι και στη διαιτησία διαφορών, το σύστημα εθελοντικής επιλογής της ελεύθερης αγοράς θα είναι πάντα ανώτερο από την λύση της κυβέρνησης με τους τυποποιημένους και αυθαίρετους κανόνες της. Όταν οι καταναλωτές αφήνονται ελεύθεροι, επιλέγουν τις εταιρείες που πιστεύουν ότι θα τους προσφέρουν τις καλύτερες υπηρεσίες στις χαμηλότερες τιμές. Τα σήματα κερδών/ ζημιών που οι προτιμήσεις των καταναλωτών στέλνουν στις επιχειρήσεις τις καθοδηγούν προς την παροχή των αγαθών και των υπηρεσιών που τους ικανοποιούν περισσότερο. Το κέρδος και η ζημία είναι τα «σήματα επιβράβευσης / αποδοκιμασίας» που καθοδηγούν τους επιχειρηματίες στις αποφάσεις τους. Τέτοια σήματα σε συνδυασμό με τις ακριβείς και εξελιγμένες μεθόδους της σύγχρονης λογιστικής, μοιάζουν με μια υπερευαίσθητη πυξίδα που καθοδηγεί τις επιχειρήσεις προς τον σωστό επιχειρηματικό δρόμο.

Αλλά η κυβέρνηση είναι ένα θεσμικό όργανο εκτός αγοράς – ο σκοπός της δεν είναι να αποκομίζει κέρδη αλλά να εξουσιάζει. Οι κυβερνητικοί υπάλληλοι δεν ακολουθούν σήματα κέρδους και ζημίας όπως οι επιχειρηματίες. Ακόμα κι αν ήθελαν να ικανοποιήσουν τους εξαναγκασμένους πελάτες τους, δεν έχουν κανένα αξιόπιστο «σήμα» για να καθοδηγήσουν τις αποφάσεις τους. Το μόνο «σήμα σφάλματος» που παίρνει ένας πολιτικός είναι η αποτυχία επανεκλογής του. Και ακόμη και αυτό το σήμα δεν είναι καθόλου σαφές μήνυμα, καθώς οι μεμονωμένοι ψηφοφόροι μπορεί να τον καταψήφισαν εξαιτίας άλλων θεμάτων ή επειδή τους άρεσε η ρητορική ενός άλλου υποψηφίου. Οι διορισμένοι γραφειοκράτες και οι δικαστές, φυσικά, δεν παίρνουν ούτε αυτό το σήμα και χωρίς κανένα «σήμα επιβράβευσης / αποδοκιμασίας» λειτουργούν εντελώς στα τυφλά.

Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και οι καλύτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν μπορούν να καλύψουν τις επιθυμίες των καταναλωτών στο βαθμό που το επιτυγχάνει μια ελεύθερη αγορά, όσον αφορά την ικανοποίηση τους σε θέματα διαιτησίας διαφορών. Χωρίς σύστημα τιμών και χωρίς σήματα κερδών / ζημιών, κανένας κυβερνητικός υπάλληλος – συμπεριλαμβανομένου ενός κυβερνητικού δικαστή – δεν μπορεί να ξέρει αν ικανοποιεί τους «πελάτες» του, διατηρώντας ή αυξάνοντας τις αξίες τους ή αν τους βλάπτει καταστρέφοντας τις αξίες τους.

Ακόμα και η καλύτερη κυβέρνηση, που στελεχώνεται από τους πιο ευσυνείδητους πολιτικούς, δεν θα μπορούσε να διαχειριστεί την διαιτησία διαφορών (ή οποιουδήποτε άλλη δραστηριότητα καλύπτει κοινωνικές ανάγκες, όπως μπορεί ο ελεύθερος ανταγωνισμός μεταξύ ιδιωτικών επιχειρήσεων σε μια ελεύθερη αγορά.

Μόρις Τάνεχιλ, Market for liberty

Ελεύθερη αγορά για να πάει η Ελλάδα μπροστά – σχόλιο Augusto Pinochet (makemebad)

Μόνο η ατομική ιδιοκτησία μεγιστοποιεί τα κίνητρα για παραγωγή κάθε μέλους του Έθνους. Το μέλος του Έθνους είναι άτομο πρώτα από όλα, έχει ατομικά συμφέροντα που αν δεν εξυπηρετηθούν, δεν πρόκειται να εξυπηρετηθούν άλλα συλλογικά συμφέροντα. Πρώτα τρώει ο άνθρωπος, αναπαύεται και διάγει αξιοπρεπή βίο και μετά πολεμάει για τον βίο αυτόν. Αν ο βίος δεν αξίζει να πολεμήσεις για αυτόν, δεν πολεμάς.
Η συλλογική ιδιοκτησία είναι μέθοδος αναδιανομής, δηλαδή κλοπής. Ο καθένας έχει κίνητρο να καταναλώσει και κανένας δεν έχει κίνητρο να παράξει. Η συλλογική ιδιοκτησία δημιουργεί ένα Έθνος κλεφτών απατεώνων και κανιβάλων, Ο μισός πληθυσμός ονειρεύεται να μπει στο ‘δημόσιο’ και να κάθεται και να παρασιτεί στους υπολοίπους. Επιδοτεί και επικροτεί την αδυναμία, την οκνηρία και την αντικοινωνικότητα που εμφανίζεται πολιτισμικά ως ανθελληνισμός. Πρώτα κάποιος παίρνει φόρους από τους συνανθρώπους του, μετά αρχίζει να τους βλέπει ως μια κοινωνική ομάδα απέναντί του και εν τέλει τάσσεται εναντίον της θρησκείας της παράδοσης και της ιστορίας που διέπουν και αντιπροσωπεύουν τη φυσιολογική κοινωνία, αυτή που παράγει και πληρώνει φόρους.
Είναι εκείνοι, οι καταναλωτές φόρων, που λόγω της ηθικής εξαθλίωσης που τους προκαλεί το να ζουν ως παράσιτα σε βάρος των παραγωγών, αυτοί που συμμαχούν με τους Ξένους και προδίδουν το Έθνος. Είναι η πολιτική και οι πολιτικοί, δηλαδή οι εκπρόσωποι της αναδιανομής, αυτοί που συμμαχούν με Ξένους για να πλήξουν τους Έλληνες.
Κανένας Έλληνας ιδιώτης δεν είναι διατεθειμένος να παραχωρήσει την ιδιοκτησία του σε Ξένους, παρά μόνο προς οικονομική ζημία των Ξένων! Οι ιδιώτες είναι οικονομικά και πολιτικά ανεξάρτητοι. Αυτοί είναι η ελεύθερη Ελλάδα που πρέπει να αναδειχθεί. Οι υπάλληλοι του Κράτους είναι εκείνοι που υποθηκεύουν το μέλλον μας και παραχωρούν τη γη μας ζητιανεύοντας λίγα δανεικά των Ξένων.

Τα κρατικά παράσιτα μην μπορώντας να σταθούν στα πόδια τους είναι πρόθυμα να αρπάξουν και να ξεπουλήσουν ό,τι βρουν διαθέσιμο. Τίποτα δεν πρέπει να είναι διαθέσιμο στα παράσιτα. Αν κάποιος είναι αδύναμος, να μάθει να δουλεύει ή να πεθάνει. Αυτόν τον παραγωγικό βίο τον προάγει μόνο η ατομική ιδιοκτησία και η ελεύθερη αγορά, και όχι η δημοκρατία που προστατεύει τους βολεμένους πλούσιους και τους άεργους φτωχούς. Μόνο υπο καθεστώς ελευθερίας και ανυπαρξίας κράτους θα ξεβολευτούν όλοι τους και θα αρχίσουν να παράγουν σοβαρά. Τότε θα πάμε μπροστά.

Ελεύθερη κοινωνία: Κατάργηση των πολέμων

Πριν από μερικούς αιώνες, η καταστροφή που συνόδευε γριπες και λιμούς θεωρούνταν κοινά αποδεκτή ως φυσιολογικό και αναπόφευκτο κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης – θεωρούνταν είτε συνέπεια της αγανάκτησης ενός Θεού είτε ως αντίδραση της φύσης για να προστατευτεί από τον «υπερπληθυσμό». Σήμερα, παρά την γενικευμένη υποστήριξη της ειρήνης, πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να δέχονται την αναγκαιότητα των πολέμων με τον ίδιο απερίσκεπτο τρόπο με παλιότερα ή τουλάχιστον αισθάνονται ότι οι πόλεμοι θα είναι απαραίτητοι στο κοντινό μέλλον. Είναι όμως οι πόλεμοι αναπόφευκτο μέρος της ανθρώπινης κοινωνίας; Και αν όχι, γιατί τόσα χρόνια διαπραγματεύσεων, και τόσες δεσμεύσεις και επίσημες συνθήκες μεταξύ των κυβερνήσεων απέτυχαν να φέρουν την ειρήνη; Γιατί μετά τόσο κυβερνητικό σχεδιασμό και προσπάθειες συνεχίζουν να γίνονται όλο και πιο βάναυσες και επικίνδυνες πολεμικές συρραξεις σε σχέση με παλιότερα;

Ο πόλεμος είναι ένα είδος βίας και η πιο βασική αιτία της βίας είναι η πεποίθηση ότι είναι σωστό ή πρακτικό ή απαραίτητο για κάποιους ανθρώπους να ξεκινήσουν βία ενάντια σε άλλους – αυτός ο εξαναγκασμός είναι επιτρεπτός ή ακόμα και αναπόφευκτος στις ανθρώπινες σχέσεις. Στο βαθμό που οι άνθρωποι πιστεύουν στην αναγκαιότητα να ξεκινήσουν βία εναντίον άλλων ανθρώπων, οι πολεμικές συρράξεις θα παραμένουν αναπόφευκτες.
Αλλά ο πόλεμος είναι ένα ιδιαίτερο είδος βίας – είναι «ανοικτή, ένοπλη σύγκρουση μεταξύ χωρών ή παρατάξεων μέσα στην ίδια χώρα» (σύμφωνα με το λεξικό Webster), που σημαίνει οργανωμένη χρήση βίας στη μεγαλύτερη δυνατή κλίμακα και καταστροφή σε βαθμό που δεν μπορεί να συνδυαστεί με οποιαδήποτε άλλη ανθρωπογενή καταστροφή. Τέτοιες προσεκτικά οργανωμένες, μαζικές και σκόπιμα καταστροφικές συγκρούσεις δεν μπορούν να αποδοθούν απλώς στην πεποίθηση των ανθρώπων ότι επιτρέπεται η εκκίνηση επιθετικής βιας εναντίον άλλων ανθρώπων. Πρέπει να υπάρξει ένας περαιτέρω παράγοντας στις ανθρώπινες πεποιθήσεις και τα θεσμικά όργανα που να προκαλεί εκατομμύρια ανθρώπους να καταβάλουν τέτοιες προσπάθειες για την καταστροφή και την υποταγή εκατομμυρίων άλλων ανθρώπων.

Ως κύριους ενόχους για την διεξαγωγή πολέμων, οι άνθρωποι θεωρούν συχνά τις «μεγάλες ιδιωτικές επιχειρησεις πώλησης όπλων». Ακούμε για τους πολεμοχαρείς κερδοσκόπους βιομηχανους όπλων και επιχειρηματίες που δήθεν χρειάζονται κατακτητικούς πολέμους για να κερδίσουν χρήμα.
Είναι απολύτως αληθές ότι υπάρχει μια φασιστική συμμαχία μεταξύ κυβέρνησης και εξοπλιστικών επιχειρήσεων στην παρούσα κοινωνία μας και ότι αυτή η συμμαχία έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός στρατιωτικού, βιομηχανικού, συγκροτήματος που υποστηρίζει σθεναρά την κυβέρνηση και τις ιμπεριαλιστικές της βλέψεις. Το ερώτημα όμως είναι, ποια είναι η αιτία αυτής της ανέντιμης συμμαχίας; Είναι μια διαστρέβλωση της ειρηνικής και μη επιθετικής κυβέρνησης από άπληστους πολεμοχαρείς επιχειρηματίες, ή είναι μια διαστρέβλωση των επιχειρήσεων κατασκευής όπλων από την κυβέρνηση;

Το στρατιωτικό βιομηχανικό συγκρότημα προέκυψε ως αποτέλεσμα της δυνατότητας της κυβέρνησης να χρησιμοποιει τη μεθόδο «ραβδί και καρότο» για να «δαμάσει» τις επιχειρήσεις. Για ραβδί, οι πολιτικοί χρησιμοποιούν αντιμονοπωλιακούς νόμους, νόμους διακρατικού εμπορίου, νόμους αδειοδότησης και πλήθος άλλων απαγορεύσεων και κανονιστικής νομοθεσίας. Πριν από πολλά χρόνια, η κυβέρνηση κατάφερε να καταστήσει τόσο περίπλοκη, αντιφατική, ασαφή και περιεκτική κανονιστική νομοθεσία που οι γραφειοκράτες θα μπορούσαν να επιβάλουν πρόστιμο και να φυλακίσουν οποιονδήποτε επιχειρηματία και να καταστρέψουν την επιχείρησή του, ανεξάρτητα από το τι έκανε ή πόσο σκληρά προσπάθησε να υπακούσει στον νόμο. Αυτή η νομική εξουσία δίνει στους γραφειοκράτες τον απόλυτο έλεγχο σε ολόκληρη την επιχειρηματική κοινότητα και με τα θύματά τους να έχουν πολύ περιορισμένη δυνατότητα να αμυνθούν.

Για «καρότο», οι πολιτικοί κρατούν μεγάλα και κερδοφόρα κυβερνητικά συμβόλαια. Με την παρακώλυση της οικονομίας με κανονισμούς και την αφαίμαξη της από τη φορολογία, η κυβέρνηση έχει μειώσει δραστικά τον αριθμό των μεγάλων και κερδοφόρων συμβάσεων που διατίθενται από τον ιδιωτικό τομέα, γεγονός που αναγκάζει πολλούς επιχειρηματίες να πάρουν τέτοιες συμβάσεις από την κυβέρνηση ή να παραμείνουν μικροί. Για να παραμείνουν στην κυβερνητικά σχεδιασμένη αγορά, οι επιχειρηματίες πρέπει να αποκομίζουν κέρδη και πολλοί από αυτούς απλώς αποδέχονται κυβερνητικές συμβάσεις, χωρίς να απασχολούνται με ζητήματα ηθικής και χωρίς να αναζητούν αν τέτοιες εργολαβίες είναι πατριωτικές. Ο κυβερνητικός έλεγχος των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων υφίσταται για τόσο πολύ καιρό που οι περισσότεροι επιχειρηματίες τον δέχονται πλέον ως κανονικό και απαραίτητο (ακριβώς όπως οι περισσότεροι άνθρωποι δέχονται τη φορολόγηση τους ως κανονικό και απαραίτητο μέτρο).

Κατά τα τελευταία εκατό χρόνια, πολλοί επιχειρηματίες βοήθησαν βραχυπρόθεσμα την ανάπτυξη αυτού του φασισμού. Οι μεγάλοι βιομήχανοι που είδαν την κυβερνητική παρέμβαση ως έναν γρήγορο και εύκολο τρόπο για να εξαλείψουν τον ανταγωνισμό και να κερδίσουν προνόμια και χρήμα, βρίσκονταν συχνά στην πρώτη γραμμή αυτών που απαιτούν ρύθμιση και έλεγχο της αγοράς. Η κυβέρνηση, εξάλλου, είναι ένα όργανο ισχύος. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί από οποιονδήποτε μπορεί να αποκτήσει προσωρινό έλεγχο και να αποκτήσει φόρους από τους συνανθρώπους του. Οι επιχειρηματίες έχουν χρησιμοποιήσει αυτό το μέσο βίας – όπως άλλωστε έχουν κάνει και συνδικαλιστές, κοινωνικοί σχεδιαστές, θρησκευτικοί ηγέτες και πολλές άλλες δυνάμεις εντός της κοινωνίας. Όσο υπάρχει οργανωμένος θεσμός ισχύος, τα άτομα και οι ομάδες συμφερόντων θα το χρησιμοποιούν – αν όχι για να κερδίσουν αθέμιτο πλεονέκτημα, έστω για να προστατεύσουν τους εαυτούς τους από άλλους επιχειρηματίες που αναζητούν αυτά τα προνόμια.

Η σημερινή φασιστική συμμαχία μεταξύ κυβέρνησης και επιχειρήσεων είναι μια αναγκαστική συμμαχία – επιβαλλόμενη από την κυβέρνηση και από εκείνους που χρησιμοποιούν τη δύναμη της κυβέρνησης για να στερήσουν δικαιώματα από νόμιμα αφοπλισμένα θύματα. Αλλά αν δεν υπήρχε η συμμαχία τους, ποιος από τα δύο μέλη θα ήταν ο επιθετικός και ο ιμπεριαλιστής; Οι βιομήχανοι εργολάβοι ή η κυβέρνηση θα ήταν η βασική αιτία επιθετικότητας;

Οι επιχειρήσεις της αγοράς που δεν έχουν πάρε έδωσε με την κυβέρνηση, είναι πάντοτε ειρηνικές και εθελοντικές στη δράση τους. Οι άνθρωποι που εμπορεύονται δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν και πολλά να χάσουν από έναν πόλεμο. Οι κατακτητικοί πόλεμοι δεν αφήνουν κέρδη στις επιχειρήσεις της ελεύθερης αγοράς. Η σημαντικότερη επίδραση του πολέμου στις αγορές είναι να τις βλάψει και να τις καταστρέψει με τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων και τη διατάραξη της οικονομικής ζωής ολόκληρων περιοχών. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις κερδίζουν τις αγορές από την αριστεία των προϊόντων τους σε ανταγωνιστικές συναλλαγές και δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από τον ιμπεριαλισμό.

Ούτε οι επιχείρησεις στο σύνολό τους κερδίζουν από «κερδοσκοπικούς» πολέμους. Οι πόλεμοι είναι δαπανηροί και το βάρος της στήριξης των πολέμων πέφτει σε μεγάλο βαθμό στις επιχειρήσεις, τόσο άμεσα από την φορολόγηση τους όσο και έμμεσα με τη αφαίρεση χρημάτων από την τσέπη του καταναλωτή. Το τεράστιο χρηματικό ποσό που διατίθεται για έναν πόλεμο εξαφανίζεται μόνιμα χωρίς να υπάρξει οικονομικό όφελος. Η καταστροφή που συνοδεύει η ρίψη μιας βόμβας δεν αποφέρει κέρδος σε καμία επιχείρηση. Τα κέρδη των κατασκευαστών πολεμοφοδίων και των κυβερνητικών προμηθευτών είναι πολύ μικρά εν συγκρίσει με την απώλεια που υπέστησαν οι επιχειρήσεις της αγοράς στο σύνολό τους. Όσοι κάνουν τεράστιες περιουσίες από τον πόλεμο το κάνουν όχι επειδή είναι επιχειρηματίες που λειτουργούν σε μια ελεύθερη αγορά, αλλά επειδή διαθέτουν πολιτικές διασυνδέσεις. Και η κερδοσκοπία τους από τον πόλεμο βλάπτει όλους τους παραγωγούς (καθώς και το καταναλωτικό κοινό) τραυματίζοντας την οικονομία στο σύνολό της.

Η ελεύθερη αγορά είναι ένας φυσικός αντίπαλος του πολέμου επειδή οι επιχειρηματίες είναι έμποροι και δεν μπορούν να κάνουν εμπόριο εν μέσω πτώσης βομβών. Ένας βιομήχανος δεν μπορεί να κερδίσει τίποτα από τα ερείπια και τη φτώχεια που είναι οι κύριες συνέπειες ενός πολέμου. Επιπλέον, οι επιχειρηματίες είναι παραγωγοί μιας κοινωνίας και πάντοτε οι παραγωγοί πρέπει να πληρώσουν τους λογαριασμούς της.

Δεν είναι οι επιχειρήσεις της αγοράς λοιπόν αυτές που κερδίζουν από τον πόλεμο, αλλά η κυβέρνηση. Οι επιτυχημένοι πόλεμοι αφήνουν τις κυβερνήσεις με περισσότερη εξουσία (πάνω και τους πολίτες τους αλλά και σε εκείνους των κατακτημένων εθνών), περισσότερα χρήματα (με τη μορφή λεηλασίας, φόρου τιμής και φόρων) και περισσότερων εδαφών. Όσο πιο ολοκληρωτική είναι η κυβέρνηση, τόσο περισσότερη λεία προσπαθεί να αποσπάσει από τους πολέμους της, αλλά όλες οι κυβερνήσεις, ακόμη και οι σχετικά περιορισμένες, κερδίζουν μεγάλη ισχύ και χρήμα από επιτυχείς πολεμους. Εκτός αυτού, ένας πόλεμος είναι συχνά ιδεολογικά χρήσιμος για να συσπειρώσει έναν λαό γύρω από την κυβέρνηση ενάντια σε έναν «κοινό εχθρό». Οι άνθρωποι μπορούν να θυσιαστούν περισσότερο, με λιγότερη αντίσταση, αν πιστεύουν ότι κινδυνεύουν να δεχτούν επίθεση από τους «αντιπάλους λαούς».

Οι πόλεμοι ξεκινούν πάντα από τις κυβερνήσεις. Οι κυβερνήσεις, προκαλούν τεράστιες συγκρούσεις με τη συγκέντρωση όπλων και τις ιμπεριαλιστικές εδαφικές διεκδικήσεις τους. Οι κυβερνήτες και όχι οι επιχειρηματίες και οι πολίτες είναι αυτοί που κυρήσσουν πολέμους, στρατολογούν ανθρώπους και εισπράττουν φόρους για να τους υποστηρίξουν. Δεν υπάρχει άλλη κοινωνική οργάνωση ικανή να διεξάγει έναν επιθετικό πόλεμο εκτός από την κυβέρνηση. Αν δεν υπήρχαν κυβερνήσεις, σίγουρα θα υπήρχαν ακόμα επιμέρους επιτιθέμενοι και μικρές συμμορίες, αλλά δεν θα μπορούσε να υπάρξει ολοκληρωτικός πόλεμος μεταξύ των εθνών

Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις αποτελούν την κύρια αιτία πολέμων όταν εξεταστεί η φύση της κυβέρνησης. Μια κυβέρνηση είναι ένα καταναγκαστικό μονοπώλιο – μια οργάνωση που πρέπει να ξεκινήσει βία εναντίον των δικών της πολιτών προκειμένου να επιβιώσει. Ένα θεσμικό όργανο που βασίζεται σε οργανωμένη επιθετική βία αναγκαστικά θα διαπράξει επιθέσεις και θα προκαλέσει συγκρούσεις. Όλοι οι πόλεμοι είναι πολιτικοί πόλεμοι. Μια μάχη μεταξύ πολιτικών για το ποιος θα αυξήσει την εξουσιαστική του ισχύ.

Για να καταργηθούν οι πόλεμοι είναι απαραίτητο να καταργηθούν οι κυβερνήσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι μια ή περισσοτερες απελευθερωμένες περιοχές θα θέσουν αμέσως τέλος στους πολέμους, διότι όσο υπάρχει κάπου μια βιώσιμη και ισχυρή κυβέρνηση, η απειλή του πολέμου θα παραμείνει και οι ελεύθερες περιοχές θα αντιμετωπίζουν την επιθετικότητα της

Θα υπήρχε όμως πρακτική ελπίδα για την ύπαρξη μιας τέτοιας ελεύθερης κοινωνίας χωρίς εμπόλεμες καταστάσεις; Για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, θα πρέπει να εξεταστούν τα αποτελέσματα που θα είχε μια ελεύθερη κοινωνία στον υπόλοιπο κόσμο.

Μια ελεύθερη κοινωνία δεν θα μπορούσε να έχει «ξένες σχέσεις» με άλλα κράτη όπως έχει μια κοινωνία με κυβέρνηση, επειδή ο κάθε κάτοικος της θα ήταν κυρίαρχος του εαυτού του. Παρόλα αυτά, μια ελεύθερη κοινωνία θα επηρέαζε όλο τον υπόλοιπο κόσμο απλά και μόνο με την ύπαρξή της.

Μια ελεύθερη κοινωνία θα ήταν, λόγω της ελευθερίας της, ανώτερη από οποιαδήποτε κυβερνητική κοινωνία σε τρεις βασικούς οικονομικούς τομείς – την επιστημονική έρευνα, τη βιομηχανική ανάπτυξη και το νομισματικό της σύστημα. Είναι προφανές ότι όταν οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να επιδιώξουν τους στόχους τους, να κερδίσουν από την εργασία τους και να αποκτήσουν πλήρως την καρπούς της, τόσο πιο πολλές προσπάθειες θα καταβάλουν σε έρευνα και τόσο περισσότερες ανακαλύψεις θα γίνουν. Και δεδομένου ότι η αγορά ανταμείβει μόνο την παραγωγική έρευνα, μια ελεύθερη κοινωνία θα απέφευγε την τεράστια σπατάλη πόρων όπως συμβαίνει σε κυβερνητικά χρηματοδοτούμενα ερευνητικά προγράμματα. Ομοίως, η ελευθερία παρέχει το μεγαλύτερο κίνητρο για τη βιομηχανική ανάπτυξη, καθώς οποιαδήποτε κρατική παρέμβαση διαστρεβλώνει την αγορά. Όσον αφορά το νομισματικό σύστημα, τα κυβερνητικά νομίσματα σπάνια λειτουργούν χωρίς να δημιουργούν προβλήματα για πολύ καιρό και όσο πιο πολύ χειραγωγούνται από την κυβέρνηση, τόσο πιο μεγάλα προβλήματα δημιουργούνται στην οικονομία. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι σε μια σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία οι ανταγωνιζόμενες τραπεζικές επιχειρήσεις που λειτουργούν στην έκδοση χρήματος δεν θα τολμούσαν να πειραματιστούν όπως κάνουν οι κυβερνήσεις μέσω των καταστροφικών δημοσιονομικών πολιτικών τους. Κάθε εταιρεία στην ελεύθερη αγορά, η οποία εξέδιδε ένα πληθωριστικό νόμισμα όπως αυτό που εκδίδουν ολες οι κυβερνήσεις σήμερα, θα χρεοκοπούσε από τους πιο δίκαιους οικονομικά ανταγωνιστές της.

Εν ολίγοις, οι ελεύθεροι άνθρωποι θα μπορέσουν να οικοδομήσουν μια ισχυρότερη οικονομία από ανθρώπους που φορολογούνται, παρενοχλούνται, ρυθμίζονται και νομοθετούνται, δηλαδή, κρατούνται σε κάποιο βαθμό υπο ομηρεία από τις κυβερνήσεις τους. Αυτή η αναλογία μπορεί να θεωρηθεί ότι λειτουργεί ακόμη και αν συγκρίνει κανείς τη παραγωγή μεταξύ των ολοκληρωτικών, κομμουνιστικών κυβερνήσεων ανά το κόσμο σε σύγκριση με τις λιγότερο υποδουλωμένες κοινωνίες της Δύσης. Η σοβιετική οικονομία συνεχώς αντιμετωπιζε σοβαρα προβλήματα κακοδιαχείρισης, ελλείψεις, προϊόντα κακής ποιότητας, γεωργικές κρίσεις, υψηλή φτώχεια και γενική σύγχυση. Η «ταχεία οικονομική ανάπτυξη» της ΕΣΣΔ δεν ήταν παρά ένας μύθος. Στην πραγματικότητα, θα ήταν αμφίβολο ότι η κομμουνιστική τυραννία θα μπορούσε να επιβιώσει μακροχρόνια χωρίς ουσιαστική βοήθεια από τις κυβερνήσεις της Δύσης και ιδιαιτέρως των ΗΠΑ.

Η αμερικανική οικονομία, παρόλο που υπονομεύεται από κυβερνητικές παρεμβάσεις που ξοδεύουν δισεκατομμύρια δολάρια σε «ξένες βοήθειες», κατάφερε να ξεπεράσει σε επιδόσεις την οικονομία της Σοβιετικής Ένωσης, παρόλο που τα Σοβιέτ είχαν αποκτήσει από τα ευρωπαϊκά κράτη και την αμερικανική κυβέρνηση τεράστια οικονομική βοήθεια. Μια σύγκριση των οικονομιών των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ δίνει μια ιδέα για την τεράστια υπεροχή που θα απολάμβανε μια ελεύθερη οικονομία σε σχέση με μια υποδουλωμένη από κυβέρνηση οικονομία. Και η στρατιωτική ισχύς βασίζεται αναγκαστικά στην οικονομική ισχύ.

Λόγω της οικονομικής ισχύος της, μια ελεύθερη κοινωνία θα ασκούσε βαθιά επίδραση στις χώρες όλου του κόσμου, παρόλο που δεν θα είχε κυβέρνηση να χαράσσει και να εφαρμόζει μια εξωτερική πολιτική. Πρώτον, η ύπαρξη μιας ελεύθερης περιοχής θα μπορούσε να προκαλέσει στον υπόλοιπο κόσμο μια διαρροή εγκεφάλων τεράστιων αναλογιών που θα έκανε τη διαρροή εγκεφάλων που σήμερα ανησυχεί σοσιαλιστικές χώρες να μοιάζει αστεία. Καθώς η οικονομία της ελεύθερης κοινωνίας θα αναπτυσσόταν σχεδόν εκρηκτικά ως αποτέλεσμα της ελευθερίας, θα δημιουργούσε μεγάλη ζήτηση για ανθρώπους υψηλής νοημοσύνης και ικανοτήτων και θα ήταν σε θέση να προσφέρει σε αυτούς τους ανθρώπους περισσότερα χρήματα, καλύτερες συνθήκες εργασίας, περισσοτερες ευκαιρίες συνεργασίας με άλλους ικανούς ανθρώπους και το πιο σημαντικο περισσοτερη ελευθερία από ό,τι θα μπορούσε να παρέχει μια κυβερνητικά ελεγχόμενη κοινωνία. Οι πιο παραγωγικοί άνθρωποι από κάθε έθνος θα ήθελαν να ζήσουν στην ελεύθερη κοινωνία. Πολλοί μπορεί να αποφάσιζαν να μετακινησουν εκεί ολόκληρες τις επιχειρήσεις τους βλέποντας ότι, αποφεύγοντας τη φορολογία και τη κυβερνητική ρύθμιση, θα μπορούσαν να αποκομίσουν πολύ μεγαλύτερα κέρδη, ακόμη και αν έπρεπε να πληρώσουν επιπλέον έξοδα αποστολής και υψηλότερους μισθούς. Μια τέτοια εισροή επιχειρήσεων θα προκαλούσε μεγάλη ζήτηση για ικανό εργατικό δυναμικό στην ελεύθερη περιοχή, που θα οδηγούσε σε αύξηση των μισθών. Θα ετεινε επίσης να καταστήσει τις κυβερνήσεις που έχασαν τους παραγωγούς και τις επιχειρήσεις οικονομικά εξαρτώμενες από αυτήν την ελεύθερη κοινωνία για απαραίτητα αγαθά και υπηρεσίες και, κατά συνέπεια θα τις έκανε απρόθυμες να της επιτεθούν.

Οι κυβερνήσεις δεν θα ήταν σε θέση να προσφέρουν στους ικανοτερούς ανθρώπους τους αρκετά ώστε να τους κρατήσουν μακρυά από τις πολλές συναρπαστικές ευκαιρίες που θα τους πρόσφερε μια ελεύθερη κοινωνία. Εάν ήθελαν να κρατήσουν ταλαντούχους εργαζόμενους, οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να τους κρατήσουν με βία, όπως έκαναν οι χώρες της σοβιετικής Ένωσης και η εμπειρία αυτών των χωρών έχει δείξει ότι οι ικανοί δεν αποδίδουν αποτελεσματικά υπό περιορισμούς. Μια διαρροή εγκεφάλων μεγάλου μεγέθους θα αποτελούσε μια αιμορραγία για τα κράτη του κόσμου και το μόνο αντίμετρο που θα μπορούσαν να λάβουν οι κυβερνήσεις θα ήταν να θεσπίσουν περιοριστικά μέτρα – μια κίνηση προς περισσότερη τυραννία που θα ήταν επίσης μη ανεκτή – ή να απελευθερώσουν σ’ ένα βαθμό τον λαό τους πράγμα απίθανο, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της πολιτικής.

Ωστόσο, η διαρροή εγκεφάλων δεν θα ήταν το μοναδικό πρόβλημα που θα αντιμετώπιζαν οι κυβερνήσεις του κόσμου, καθώς οι πολίτες τους θα είχαν επίγνωση των ευκαιριών που υπάρχουν στην ελεύθερη κοινωνία – θα υπήρχε φυσικά και διαρροή κεφαλαίων. Οι επενδυτές πάντοτε προσπαθούν να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε περιοχές με μέγιστο κέρδος και ελάχιστο κίνδυνο (δηλαδή, ελάχιστη μελλοντική αβεβαιότητα) και μια από τις μεγαλύτερες πηγές μελλοντικής αβεβαιότητας είναι η εξουσία των γραφειοκρατών να εκδίδουν οδηγίες και κανονισμούς βάσει της ιδιοτροπίας τους. Αυτό σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις μιας ελεύθερης κοινωνίας θα ήταν πρώτες στον κατάλογο των ελκυστικών επενδύσεων για επενδυτές από όλο τον κόσμο. Όπως η διαρροή εγκεφάλων έτσι και η αποστράγγιση κεφαλαίων θα ενίσχυε την ελεύθερη περιοχή εις βάρος των χωρών – κρατών. και πάλι, η μόνη απάντηση που θα μπορούσαν να κάνουν οι κυβερνήσεις τους θα ήταν είτε μια περαιτέρω περιοριστική νομοθεσία – η οποία θα εξασθενούσε περαιτέρω τις οικονομίες τους – είτε να προσφέρουν περισσότερη ελευθερία στους πολίτες τους.

Η ύπαρξη μιας ελεύθερης κοινωνίας θα είχε επίσης σημαντική επίδραση στα κυβερνητικά νομισματικά συστήματα. Οι κυβερνήσεις συνήθως καταστρέφουν τη δύναμη των νομισμάτων τους, συμμετέχοντας σε πληθωριστικές πρακτικές. Το κάνουν αυτό επειδή ο πληθωρισμός είναι ένα είδος κρυφού φόρου που επιτρέπει στην κυβέρνηση να δαπανά περισσότερα χρήματα από ό, τι παίρνει, κλέβοντας όμως λίγο από την πραγματική ή υποτιθέμενη αξία κάθε μονάδας νομίσματος που υπάρχει σε κυκλοφορία . Καθώς τα φορολογικά βάρη γίνονται εύκολα εμφανή, οι κυβερνήσεις γλυτώνουν τη διαμαρτυρία των πολιτών προσφεύγοντας στον πληθωρισμό. Στη συνέχεια, προστατεύουν τα υποτιμημένα νομίσματά τους, από διεθνείς συμφωνίες που καθορίζουν τη σχετική αξία των νομισμάτων τους και από αμοιβαία συνεργασία με άλλα κράτη όταν βρεθούν σε χρηματοπιστωτικές κρίσεις. Κατά μία έννοια, η κύρια προστασία που έχει ένα πληθωριστικο νόμισμα είναι το γεγονός ότι όλα τα άλλα κυριότερα νομίσματα του κόσμου είναι επίσης πληθωριστικά. Αλλά τα νομίσματα μιας ελεύθερης κοινωνίας, που υπόκεινται στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, δεν θα μπορούσαν να πληθωριστουν. Τα πληθωρισμένα ιδιωτικά νομίσματα θα έβγαιναν από την αγορά άμεσα αφού θα τα αντικαθιστούσαν τα πιο υγιή. Οι κάτοχοι κεφαλαίων θα ήθελαν φυσικά να το εξασφαλίσουν με τη μορφή κατάθεσης σε πιο υγιή νομίσματα, έτσι θα κινούνταν προς πώληση κυβερνητικών νομισμάτων και αγορά χρημάτων της ελεύθερης αγοράς. Αυτή τους η κίνηση θα αποδυνάμωνε ακόμη περισσότερο τις αθέμιτες κυβερνητικές οικονομίες, καθώς θα προκαλούσε υποτίμηση των πληθωριστικών νομισμάτων τους. Θα μπορούσε να προκαλέσει μια σειρά από σχεδόν θανατηφόρες οικονομικές κρίσεις μεταξύ των κρατών. Έτσι, μια κυβέρνηση θα έπρεπε να επιλέξει μεταξύ της διατήρησης ενός υγιούς νομίσματος (που απαιτεί αυστηρό περιορισμό των κυβερνητικών λειτουργιών) ή της προσπάθειας να αντισταθμίσει το νόμισμά της με ένα περιοριστικό νόμο που θα παραλύσει την οικονομία της και, στην καλύτερη περίπτωση, θα αναβάλει για λίγο χρονικό διάστημα την οικονομική της κατάρρευση.

Αυτά τα παραδείγματα δείχνουν πως μια μόνο ελεύθερη κοινωνία, θα ενίσχυε τις πιέσεις στις ανά τον κόσμο κυβερνήσεις και θα τις ανάγκαζε να κινηθούν είτε προς περισσότερη ελευθερία είτε προς την τυραννία. Η παρουσία της ελεύθερης κοινωνίας θα επιδείνωνε τις εντάσεις που δημιουργήθηκαν εδώ και πολύ καιρό από τις παράλογες πολιτικές των κυβερνήσεων. Οι πιέσεις της θα εφθειραν την εύθραυστη ισορροπία όλων των κρατών.

Σε κάθε έθνος, υπάρχει κάποιος βαθμός σύγκρουσης μεταξύ πολιτών και κυβέρνησης. Σε χώρες με σχετικά περιορισμένη κυβέρνηση, αυτή η σύγκρουση μπορεί να είναι μικρή αλλά στις απολυταρχικές χώρες μπορεί να ισοδυναμεί με έναν εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των κυβερνώντων και των κυβερνωμενων. Στο βαθμό που οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι η ελευθερία είναι πρακτική και ότι τους την στερείται η κυβέρνηση τους, η κοινωνική σύγκρουση θα ενταθεί μαζί με την προσθήκη νέων περιοριστικών μέτρων από την κυβέρνηση, ειδικά εάν αυτά τα μέτρα περάσουν άμεσα χωρίς την ικανοποιητική προπαγάνδα για την προετοιμασία των πολιτών. Η ύπαρξη μιας επιτυχημένης ελεύθερης κοινωνίας θα μπορούσε να αποδείξει την αποτελεσματικότητα της ελευθερίας και να αναγκάσει τις κυβερνήσεις να πάρουν ξαφνικά νέα περιοριστικά μέτρα, ενισχύοντας τις εσωτερικές τους πιέσεις και θέτοντας τους λαούς συνειδητά κατά των κυβερνήσεών τους.

Επιδεικνύοντας ότι η κυβέρνηση δεν είναι μόνο περιττή αλλά και επιζήμια, μια επιτυχημένη ελεύθερη κοινωνία θα απομάκρυνε όλες τις κυβερνήσεις από την μυστικιστική ιερότητα τους στα μάτια των πολιτών τους. Ο λόγος που ο θεσμός της κυβέρνησης έχει αντέξει στη σύγχρονη εποχή είναι γιατί οι άνθρωποι ανέχονται την επιθετικότητα της και την ανέχονται επειδή πιστεύουν ότι χωρίς τη κυβέρνηση θα υπήρχε χάος. Αυτή η σχεδόν καθολική πίστη στην αναγκαιότητα της κυβέρνησης είναι η ισχυρότερη άμυνα της. Μόλις απελευθερωθεί η ιδέα της ανωτερότητας της ελεύθερης κοινωνίας στον κόσμο και η υπέροχη της αποδειχθεί και στην πράξη, οι κυβερνήσεις θα χάσουν το σεβασμό των πολιτών τους και δεν θα μπορέσουν να θεωρούν δεδομένη την υποταγή των πολιτών τους χωρίς βία. Οι ιδέες είναι στην ουσία αυτές που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο τα ανθρώπινα όντα θα διαμορφώσουν τη ζωή τους και τις κοινωνίες τους.

Αλλά οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν παραιτούνται εύκολα από την εξουσία, ακόμη κι όταν υπάρχει μεγάλη λαϊκή ζήτηση για μείωση της κυβέρνησης. Σε ορισμένες χώρες, η ιδέα της ελευθερίας μπορεί να ισχυροποιηθεί και οι γνώμες των ελεύθερα σκεπτόμενων πολιτών να επιβάλλουν μια σειρά περικοπών στο μέγεθος και την εξουσία της μέχρις ότου αυτή καταλήξει κομπάρσος. Είναι πιθανό, ωστόσο, ότι η πλειοψηφία των κυβερνήσεων θα αντισταθεί και θα γίνει πιο περιοριστική και τυραννική και ιδιαίτερα στις χώρες με υψηλό κυβερνητικό ελέγχο. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος του μη ελεύθερου κόσμου θα εκφυλιστεί σε διάφορους συνδυασμούς και βαθμούς τυραννίας, εξέγερσης και κοινωνικού χάους.

Αντίθετα, με τη λαϊκή πεποίθηση όσο πιο τυραννική είναι μία κυβέρνηση τρόπαιο πιο ευπαθής είναι, ιδιαίτερα στον τομέα των οικονομικών. Οι ολοκληρωτικές κυβερνήσεις, παρά την εξωτερική τους εμφάνισή ως κοινωνίες μαζικής αλληλεγγύης, είναι κατά βάθος διεφθαρμένες, χαωδεις και σπαταλες ενώ διακατέχονται από φόβο και απίστευτη κακοδιαχείριση. Αυτη είναι η πραγματικότητα υποχρεωτικά λόγω της ίδιας της φύσης του κυβερνητικού ελέγχου.

Ο κυβερνητικός έλεγχος σημαίνει εξαναγκασμό, αφού ο εξαναγκασμός είναι η πηγή της κρατικής εξουσίας (ενώ η πηγή της ισχύος στην αγορά είναι η αριστεία του προϊόντος και η ικανότητα πραγματοποίησης κερδών). Όσο πιο ολοκληρωτική είναι μια χώρα, τόσο περισσότερο οι πολίτες της κινητοποιούνται όχι με το κίνητρο της αμοιβής αλλά από το φόβο. Χωρίς την ελευθερία να απολαμβάνει τους καρπούς της παραγωγικότητάς του, ένας άνθρωπος δεν έχει κανένα κίνητρο να παράγει εκτός από τον φόβο της κυβερνητικής βίας. Αλλά η βία έχει ως αποτέλεσμα τις ελάχιστες επιδόσεις που είναι απαραίτητες με σκοπό αυτός να μην υποστεί βλάβη από την κυβέρνηση.

Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι οι απειλές δεν δημιουργούν καινοτόμες ιδέες. Το μυαλό ενός ανθρώπου ανήκει μόνο σε αυτόν. Είναι ο μόνος που μπορεί να διατάξει το μυαλό να παράγει ιδέες και ο φόβος πάντα τον παραλύει. Μια απειλή αρκετά ισχυρή να παρακινήσει έναν άνθρωπο να προσπαθήσει να παράγει μια καινοτόμο ιδέα, συνήθως θα προκαλέσει πάρα πολύ φόβο γι ‘αυτόν να σκεφτεί σωστά. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι δικτατορίες θεωρούν απαραίτητο να επιτρέπουν στους επιστήμονες και τους διανοούμενους τους ένα ειδικό προνομιούχο καθεστώς με επιπλέον ελευθερίες και κίνητρα. Πρέπει να το κάνουν αυτό, παρόλο που είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για μια τυραννία να φιλοξενεί διανοούμενους που είναι ελεύθεροι να σκεφτούν και να εκφράσουν ακόμη και μια ήπια καταδίκη των ηγετών τους. Οποιοσδήποτε δικτατορας φροντίζει από την μια να μην παρέχει στους διανοούμενους του αρκετή ελευθερία ώστε να γίνουν επαναστατικοί απέναντι του αλλά ούτε και πολύ λίγη, ούτως ώστε να σταματήσουν να παράγουν ιδέες. Και αυτό που ισχύει για τους διανοούμενους ισχύει σε μικρότερο βαθμό και για τα εκατομμύρια των απλών εργατών, των οποίων οι μικρές ιδέες για το «πώς θα γίνει κάτι καλύτερα» συμβάλλουν επίσης στην οικονομική πρόοδο όλης της χώρας.

Εκτός από τις αποθαρρυντικές πρωτοβουλίες της αντικατάστασης της ελευθερίας από το φόβο, οι αναπόφευκτοι κυβερνητικοί κανόνες και κανονισμοί στραγγαλίζουν την οικονομία. Όταν δεν υπάρχει παρέμβαση, η αγορά κινείται προς την κατεύθυνση της ισορροπίας – δηλαδή προς μια κατάσταση που εξαλείφει τις ελλείψεις και τα πλεονάσματα και ελαχιστοποιεί τις οικονομικές σπατάλες. Στο βαθμό που η αγορά επηρεάζεται από κυβερνητικούς ελέγχους, δεν μπορεί πλέον να ανταποκρίνεται στην οικονομική πραγματικότητα βέλτιστα και διαστρεβλώνεται. Τότε οι ελλείψεις, τα πλεονάσματα, οι καθυστερήσεις, οι σπατάλες, οι ουρές, τα δελτία ποσοτήτων, οι υψηλές τιμές και τα μαύρο εμπόριο γίνονται καθημερινότητα.

Ο κεντρικός προγραμματισμός δεν είναι η λύση σε τέτοια προβλήματα. Η υπόθεση ότι κάποιος, ή ακόμα και μια ομάδα μερικών, θα μπορούσε να ρυθμίσει μια οικονομία είναι παράλογα αφελής. Ακόμα κι ο μεγαλύτερος υπολογιστής που κατασκευάστηκε ποτέ, δεν θα μπορούσε να διαχειριστεί τον όγκο των δεδομένων, τα οποία αντιμετωπίζονται αυτόματα από τις μεμονωμένες επιλογές ανθρώπων που γίνονται στην αγορά κάθε μέρα. Επιπλέον, τα δεδομένα αυτά βασίζονται σε εκατομμύρια ατομικές επιλογές αξίας που όλες γίνονται από ξεχωριστά, μεμονωμένα πλαίσια αναφοράς, επομένως τα στοιχεία δεν μπορούν να μετρηθούν και να συγκριθούν όπως απαιτείται από έναν υπερυπολογιστή. Ο «κεντρικός προγραμματισμός» διαστρεβλώνει την αγορά, κάνοντας την να λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο από ότι θα λειτουργούσε αν ήταν ελεύθερη. Δεν υπάρχει τρόπος για να λειτουργήσει μια προγραμματισμένη οικονομία. Όσο περισσότερο προγραμματίζεται, τόσο πιο πολύ δυσκολεύεται να λειτουργήσει η αγορά και τόσο πιο ασθενέστερη γίνεται η οικονομία της χώρας.

Η τυραννία είναι, από τη φύση της αντιπαραγωγική και γεμάτη εσωτερικές πιέσεις. Η Σοβιετική Ένωση, για παράδειγμα, αποκτούσε την ισχύ της σχεδόν εξ ολοκλήρου από τα τεράστια ποσά ενίσχυσης που της προσέφεραν οι σχετικά λιγότερο υποδουλωμένες χώρες της Δύσης και ιδιαίτερα οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Χωρίς αυτή τη βοήθεια από φόρους που κατασχέθηκαν από παραγωγούς σε λιγότερο τυραννικές χώρες, η σοβιετική δικτατορία θα είχε καταρρεύσει πολύ συντομότερα.
Η τυραννία από μόνη της είναι ανυπόφορη, διότι οι κακοποιοί δεν παράγουν και οι παραγωγοί δεν μπορούν να παράγουν εφόσον δεν είναι ελεύθεροι να το κάνουν. Η πεποίθηση ότι τα ολοκληρωτικά κράτη είναι ισχυρότερα από τα πιο ελεύθερα είναι ένας μύθος που έχει διαψεύσει η ιστορική πραγματικότητα πάμπολλες φορές.

Επειδή η τυραννία είναι αναγκαστικά αδύναμη και ευάλωτη, οι πιέσεις που δημιουργούνται στα κυβερνητικά ελεγχόμενα έθνη από την ύπαρξη μιας ελεύθερης κοινωνίας θα τους αναγκάσουν να προχωρήσουν είτε στην απελευθέρωση είτε στην ανικανότητα και το χάος. Ταυτόχρονα, η ιδέα ότι η πραγματική ελευθερία είναι εφικτή αλλά και πρακτική θα δημιουργούσε μια ραγδαία εξάπλωση της ζήτησης αυτής της ελευθερίας και σε άλλα κράτη σε όλο τον κόσμο. Οι κυβερνήσεις θα έχαναν την υποστήριξή τους καθώς οι πολίτες τους θα εγκατελειπαν την παράλογη αγάπη για την κυβέρνηση τους. Έτσι, η ελεύθερη κοινωνία με την ύπαρξή της και μόνο, θα αποδυνάμωνε τους εχθρούς της και θα προωθούσε την διάδοση της ελευθερίας έξω από τα σύνορα της, προκαλώντας την αποδόμηση των κυβερνήσεων και την άνοδο νέων ελεύθερων περιοχών.

Αλλά η ελεύθερη κοινωνία θα διασκορπιζε την ελευθερία σε ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο, όχι μόνο με παθητικό τρόπο μέσω των συνθηκών που θα προκαλούσε η ύπαρξή της αλλά και ενεργά από τις εμπορικές της σχέσεις. Τα ελεύθερα άτομα που εμπορεύονται με ξένες χώρες, δεν θα είχαν καμία υποχρέωση να αναγνωρίσουν την εγκυρότητα των κυβερνήσεών τους, θα έβλεπαν τις κυβερνήσεις σαν αυτό που πραγματικά είναι και θα ήταν ελεύθεροι να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους εναντίον αυτών των κυβερνήσεων. Θα υπακουαν στους εμπορικούς περιορισμούς των ξένων κρατών μόνο στο βαθμό που θα ήταν προς το συμφέρον τους να το πράξουν και θα τους αγνοούσαν η θα τους παρεκαμπταν κάθε φορά που θα τους φαίνονταν ασύμφορες. Δεν θα είχαν καμιά απογοήτευση αν έβλεπαν τις κυβερνήσεις να ανατρέπονται, αφού το τέλος των κυβερνήσεων θα σήμαινε πάντα αύξηση της ελευθερίας και της ευημερίας.

Όταν τα ελεύθερα άτομα αναλάμβαναν επιχειρηματική δραστηριότητα σε εδάφη που εξακολουθούσαν να ελέγχονται από κυβερνήσεις, θα ήθελαν να προστατεύσουν τις ξένες τους περιουσίες, όπως και οι υπόλοιπες ιδιοκτησίες τους. Οι ασφαλιστικές και αμυντικές εταιρείες, που αναζητούν νέες ευκαιρίες πωλήσεων, θα προσέφεραν αυτή την προστασία και σε περιοχές που θα υπήρχαν ανίσχυρες κυβερνήσεις και θα μπορούσαν να προστατεύσουν εταιρείες από την απειλή κρατικοποίησης, ή ακόμα και από τη φορολόγηση τους.

Φανταστείτε μια μικρή δικτατορία της Αφρικής, αποδυναμωμένη από τις οικονομικές πιέσεις και από τη λαϊκή απαίτηση για περισσότερη ελευθερία, που οφείλεται στην ύπαρξη μιας ελεύθερης κοινωνίας κοντά της. Τι θα έκανε ο δικτάτορας μιας τέτοιας χώρας εάν αντιμετώπιζε μια μεγάλη και ισχυρή ασφαλιστική εταιρεία και την υπηρεσία άμυνας της (ή ακόμα και έναν συνασπισμό τέτοιων εταιρειών) που θα αρνούταν να τηρήσει τους φόρους, τους εμπορικούς περιορισμούς και άλλες οικονομικές επιθέσεις προς μια επιχείρηση εξόρυξης που θα προστατευόταν από μια ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία; Αν ο δικτάτορας δρούσε με επιθετική βία εναντίον της, θα αντιμετώπιζε μια ένοπλη αντιπαράθεση που σίγουρα θα του στερούσε την θέση εξουσίας που κατείχε. Οι δικοί του άνθρωποι θα ήταν ανήσυχοι και έτοιμοι να εξεγερθούν με κάθε δικαιολογία. Άλλα έθνη θα παρέμεναν ουδέτερα αφού θα αντιμετώπιζαν πιθανότατα εσωτερικά προβλήματα και δεν θα ήταν πρόθυμα να δημιουργήσουν περισσότερα πρόβληματα υποστηρίζοντας τη μικρή δικτατορία του. Εκτός αυτού, η ασφαλιστική εταιρεία, η οποία δεν θα αναγνώριζε την εγκυρότητα της κυβέρνησης του, θα είχε δηλώσει ότι σε περίπτωση επίθεσης εναντίον του ασφαλισμένου πελάτη της, θα απαιτούσε αποζημιώσεις όχι από το σύνολο της χώρας αλλά από κάθε άτομο που είναι συνυπεύθυνο για την εκτέλεση της επιθετικότητας. Ο δικτάτορας θα δίσταζε να πάρει μια τόσο επικίνδυνη πρωτοβουλία γνωρίζοντας ότι οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες του θα ήταν απρόθυμοι να εκτελέσουν την εντολή του. Ακόμη χειρότερα, δεν θα μπορούσε να στρέψει τον λαό του εναντίον της ασφαλιστικής εταιρείας προτρέποντάς τους να υπερασπιστούν τον εαυτό τους – διότι η ασφαλιστική εταιρεία δεν θα τους απειλούσε.

Ένας δικτάτορας σε μια τέτοια επισφαλή θέση θα ήταν αναγκασμένος να δεχθεί τα αιτήματα της ασφαλιστικής εταιρείας προκειμένου να διασώσει ό, τι μπορει. Αλλά ακόμη και με την υποχώρηση του δεν θα έσωζε την κυβέρνηση του για πολύ. Αν η ασφαλιστική εταιρεία είχε αντιμετωπίσει την επιθετικότητα του δικτάτορα στην εταιρεία εξόρυξης, θα δημιουργούσε ένα θύλακα ελεύθερης επικράτειας μέσα στη δικτατορία του. Όταν είχε καταστεί εμφανές ότι η ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να καλύψει την προσφορά προστασίας από την δικτατορική κυβέρνηση, πολλές επιχειρήσεις και ιδιώτες, τόσο από την ελεύθερη κοινωνία όσο και από τους πολίτες εντός της δικτατορίας, θα επιθυμούσαν να αγοράσουν παρόμοια προστασία . Σε αυτό το σημείο, θα ήταν θέμα χρόνου μέχρι η δικτατορική κυβέρνηση να καταρρεύσει από την έλλειψη χρημάτων και υποστήριξης, και ολόκληρη η χώρα να μετατραπεί σε ελεύθερη περιοχή.

Με τον τρόπο αυτό, η αρχική ελεύθερη κοινωνία μόλις οι ασφαλιστικές και αμυντικές της υπηρεσίες γίνοταν αρκετά ισχυρές, θα δημιουργούσε νέες ελεύθερες κοινωνίες σε τοποθεσίες σε όλο τον κόσμο. Το ελεύθερο εμπόριο σε αυτές τις νέες ελεύθερες περιοχές, θα τις καθιστούσε οικονομικά ισχυρές και θα λειτουργούσαν ως υποστήριξη της αρχικής ελεύθερης κοινωνίας όταν αυτή αντιμετώπιζε ισχυρή επίθεση από κάποια κυβέρνηση. Η παγκόσμια διασυνδεδεμένη ελεύθερη αγορά που θα σχημάτιζαν οι ελευθερες κοινωνίες θα γινόταν ισχυρότερη και η ισχυροποίηση των επιχειρήσεων άμυνας θα τους επέτρεπε να αναζητήσουν κερδοφόρα συμβόλαια προστασίας και σε περιοχές με τυραννικές κυβερνήσεις, μια τεράστια κερδοσκοπική ευκαιρία την οποία θα ήταν αδυνατο να αφήσουν ανεκμετάλλευτη.

Είναι προφανές ότι, μια ελεύθερη κοινωνία μπορεί να είναι ευάλωτη στην αρχή, όμως όσο θα ωριμάζει θα αποκτά γρήγορα ισχύ. Ταυτόχρονα, πολλά άλλα κράτη του κόσμου θα γίνουν πιο αδύναμα και πιο χαοτικά, ανοίγοντας το δρόμο για τη δημιουργία ελεύθερων θυλάκων που θα κατέστρεφαν τις κυβερνήσεις και θα δημιουργούσαν ένα παγκόσμιο δίκτυο νέων ελεύθερων κοινωνιών εντός των οποιων, δεν θα υπήρχαν πλέον κυβερνήσεις, ούτε και άλλοι πόλεμοι. Ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούσε να χαθεί αυτή η κατάσταση της παγκόσμιας ειρήνης και ελευθερίας θα ήταν ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που ζητούν «έναν μεγάλο ηγέτη» και την επιστροφή κυβερνήσεων σε όλο τον κόσμο. Εντούτοις, υπάρχουν ισχυρές διασφαλίσεις έναντι αυτού του ενδεχομένου. Όχι μόνο θα ήταν δύσκολο να βρεθεί ένα τέτοιο κίνημα σε έναν ελεύθερο κόσμο, αλλά τα ικανά άτομα θα έτειναν να μην θέλουν ηγέτη να τους κυβερνήσει και οι ανίκανοι θα ετειναν να μην ξεσηκώνονται σε ένα δίκαιο περιβάλλον μιας ελεύθερης κοινωνίας.

Η πιθανότητα και σοβαρότητα ενός απειλητικού πολέμου στην αρχή δημιουργίας της ελεύθερης κοινωνίας θα εξαρτώταν από μεταβλητούς παράγοντες που θα ήταν αδυνατο να πρπροβλεφθούν. Για παράδειγμα, το μέγεθος και η θέση της αρχικής ελεύθερης περιοχής θα είχε μεγάλη επίδραση στην αντοχή της στην επακόλουθη ασφάλεια και στον ρυθμό εξάπλωσής της. Μια μεγάλη, καλά βιομηχανοποιημένη χώρα με επαρκείς φυσικούς πόρους θα ήταν προφανώς προτιμότερη από ένα μικρό νησί που θα διέτρεχε τον κίνδυνο να κατακτηθεί από το πρώτα στάδια της απελευθέρωσης του

Μια άλλη σημαντική μεταβλητή είναι η ποσότητα της οικονομικής υποβάθμισης που υπάρχει στον κόσμο στο σύνολό της τη στιγμή που ιδρύεται η ελεύθερη κοινωνία . Οι κυβερνητικές δημοσιονομικές πολιτικές οδηγούν τον κόσμο προς την κατεύθυνση της οικονομικής καταστροφής. Θα ήταν ιδανικό να έχουμε τις κυβερνήσεις όσο το δυνατόν πιο αδύναμες από οικονομική άποψη, αλλά συγχρόνως αν η ελεύθερη κοινωνία αναδυθεί σε χρόνο και τόπο οικονομικής καταστροφής, θα πρέπει να δαπανηθεί πολύτιμη ενέργεια μόνο και μόνο για να επαναφέρει τη δημοσιονομική τάξη και αρμονία από την προκύπτουσα κοινωνική διαταραχή.

Ο πιο σημαντικός σκοπός είναι η εξάπλωση της ιδέας της φύσης και της πρακτικότητας της ελευθερίας. Εάν η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων στην ελεύθερη χώρα είναι σταθερά πεπεισμένοι για τα οφέλη της ελευθερίας, θα είναι προφανώς μια υπολογίσιμη δύναμη. Επιπλέον, η εξάπλωση της ελευθεριακής ιδέας σε όλα τα μεγάλα κράτη θα υπονόμευε τις κυβερνήσεις τους. Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε ότι οι ιδέες δεν γνωρίζουν όρια.

Δεδομένου ότι οι κυβερνήσεις του κόσμου ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από ανθρώπους που έχουν βαθιά έλλειψη σεβασμού για τη σημασία και την αποτελεσματικότητα των ιδεών, είναι κάπως αμφισβητήσιμο εάν θα ήταν σε θέση να αναγνωρίσουν την απειλή που τους δημιουργεί η ιδέα της ελευθερίας εγκαίρως για να την αποτρέψουν. Επιπλέον, οι ηγέτες του κόσμου διακατέχονται από μια κυνική αφοσίωσή στη φθαρμένη και αιματοβαμμένη φιλοσοφία του κρατισμού, η οποία εδώ και πολύ καιρό απέδειξε την ανικανότητά της να επιτύχει οποιαδήποτε ανθρώπινη ευτυχία για το κοινωνικό σύνολο. Ο κρατισμός δεν έχει καμία ιδεολογική υπέροχη να τους βοηθήσει να ενθουσιάσουν τους οπαδούς τους οι οποίοι είναι προσκολλημένοι στο κυβερνητικό καθεστώς. Η πρόοδος τους έχει ήδη ξεπεράσει.

Δεδομένου ότι η ζωή δεν προσφέρει αυτόματες εγγυήσεις ασφάλειας και επιτυχίας, δεν υπάρχει εγγύηση ότι μια ελεύθερη κοινωνία θα επιβιώσει και θα ευημερήσει. Αλλά η ελευθερία είναι ισχυρότερη από τη δουλεία και μια καλή ιδέα, μόλις εξαπλωθεί, είναι αδύνατο να σβήσει. Η ιδέα της ελευθερίας είναι η μόνη που μπορεί να εξοντώσει παρασιτικές κυβερνήσεις αλλά και να αποτρέψει τις πολεμικές συρράξεις.

Market for liberty, Morris Tannehill

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε